Από την αίθουσα του δικαστηρίου, στο τηλεοπτικό στούντιο: Οι τηλε-δικηγόροι και η μεταμόρφωση του νομικού λόγου

Του Γιώργου Καζολέα, δικηγόρου 

Όλο και περισσότεροι δικηγόροι εμφανίζονται καθημερινά σε τηλεοπτικές εκπομπές επιδιώκοντας προβολή και αναγνωρισιμότητα. Η τηλεόραση αποτελεί παραδοσιακά ένα ισχυρό μέσο για να χτίσουν το προσωπικό τους προφίλ και να προσελκύσουν πελάτες.

Ωστόσο, αυτή η τακτική συχνά οδηγεί σε αθέμιτο ανταγωνισμό και αλλοιώνει τον ίδιο τον χαρακτήρα της δικηγορίας. Αντί να κερδίσουν το κύρος τους μέσα από την επιστημονική τους κατάρτιση και τις επιτυχημένες υποθέσεις, το αναζητούν μέσα από τα φώτα της δημοσιότητας.

Οι τηλε-δικηγόροι συχνά φαίνεται να ικανοποιούν μία έμφυτη ναρκισσιστική ανάγκη για αναγνώριση και προβολή. Η τηλεοπτική τους παρουσία τούς δίνει τη δυνατότητα να εκφράζουν δημόσια τις απόψεις τους και να γίνονται κεντρικά πρόσωπα.

Ωστόσο για να διατηρήσουν τη δημοτικότητά τους και να κερδίζουν προσκλήσεις από τα κανάλια, είναι πρόθυμοι να δημοσιοποιήσουν απόρρητες πληροφορίες από δικογραφίες που χειρίζονται.

Πρόκειται για μια σοβαρή παραβίαση της δικηγορικής δεοντολογίας και του απορρήτου, που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο όχι μόνο την εξέλιξη της υπόθεσης, αλλά και την εμπιστοσύνη του πελάτη προς τον δικηγόρο.

Σύμφωνα με το άρθρο 40 παρ.4 του Κώδικα Δικηγόρων, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, δεν επιτρέπεται σε δικηγόρο είτε ατομικά είτε ως μέλος Δικηγορικής Εταιρείας να δίνει συνεντεύξεις στον Τύπο, έντυπο και ηλεκτρονικό, δημοσιεύοντας στοιχεία ή πληροφορίες σε σχέση με εκκρεμούσα, ενώπιον της Δικαιοσύνης, υπόθεση την οποία χειρίζεται ο ίδιος. Σύμφωνα με την παρ.6 του ίδιου άρθρου η παράβαση των διατάξεων του παρόντος άρθρου συνιστά και πειθαρχικό παράπτωμα που τιμωρείται με πρόστιμο από 1.000 έως 10.000 ευρώ για κάθε παράβαση.

Επίσης σύμφωνα με το άρθρο 10 περ.η του Κώδικα Δεοντολογίας Δικηγορικού Λειτουργήματος , απαγορεύεται στο δικηγόρο να αναπαράγει στα Μ.Μ.Ε. τις δίκες που διεξάγονται ή εκκρεμούν ενώπιον της Δικαιοσύνης (τηλεδίκες). Η παράβαση της υποχρέωσης αυτής συνιστά πειθαρχικό αδίκημα.

Παρακολουθώντας πρωινές ή μεσημεριανές εκπομπές στα τηλεοπτικά κανάλια, εύκολα οποιοσδήποτε διαπιστώνει ότι οι παραπάνω διατάξεις είναι κενό γράμμα.

Το τηλεοπτικό κοινό, άνθρωποι κυρίως μέσης και μεγαλύτερης ηλικίας, παρασυρμένοι από την τηλεοπτική εικόνα, πιστεύουν ότι ο δικηγόρος της τηλεόρασης είναι ο κατάλληλος για να τους βοηθήσει. Ωστόσο, η ποιότητα της νομικής εκπροσώπησης μπορεί να είναι αμφίβολη, καθώς ο χρόνος και η ενέργεια του δικηγόρου είναι συχνά μοιρασμένα μεταξύ της επαγγελματικής του δράσης και της διαρκούς του παρουσίας στα μέσα. Επίσης τα κριτήρια επιλογής των δικηγόρων που προβάλλονται είναι μη αντικειμενικά και επιφανειακά, πχ. διασυνδέσεις με δημοσιογράφους-ιδιοκτήτες καναλιών, εξωτερική εμφάνιση, συσχέτιση με δημοφιλείς ποινικές υποθέσεις κλπ.

Το φαινόμενο των τηλε-δικηγόρων και των τηλε-δικών πλήττει το κύρος ολόκληρου του δικηγορικού κλάδου. Ο ρόλος του δικηγόρου είναι να προστατεύει το δίκαιο και να λειτουργεί με ακεραιότητα, όχι να γίνεται τηλεοπτική περσόνα. Όταν η επιδίωξη της δημοσιότητας υπερτερεί της επαγγελματικής δεοντολογίας, το αποτέλεσμα είναι μια σοβαρή υποβάθμιση του νομικού επαγγέλματος στα μάτια της κοινωνίας.

Τελικά, ο τηλε-δικηγόρος παγιδεύεται σε έναν φαύλο κύκλο: Η ανάγκη για προβολή τον οδηγεί σε συνεχείς εμφανίσεις, οι οποίες με τη σειρά τους τον αναγκάζουν να θυσιάζει τη σοβαρότητα και την εμπιστευτικότητα των υποθέσεων. Και ενώ ο ίδιος μπορεί να απολαμβάνει στιγμιαία τη λάμψη της τηλεόρασης, η πραγματική του εργασία τίθεται σε κίνδυνο, και μαζί με αυτή, η αξιοπιστία του.

Στις σχετικές εκπομπές όπου εξελίσσονται τηλε-δίκες, νομικολογούντες δημοσιογράφοι, ρεπόρτερ και αστυνομικοί επιχειρούν νομικές αναλύσεις αμφιβόλου αξιοπιστίας, ενώ είναι συχνό φαινόμενο να ακούγονται νομικές ανακρίβειες και από δικηγόρους.

Μια σημαντική απόφαση σχετικά με το ζήτημα είναι του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) στην υπόθεση "Δεμερτζής κατά Ελλάδος" της 11ης Μαΐου 2023.

Σε αυτή την υπόθεση, το ΕΔΔΑ έκρινε ότι η πειθαρχική καταδίκη ενός δικηγόρου από τον Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών (με ποινή προσωρινής παύσης 1 μηνός) για τη συμμετοχή του σε τηλεοπτική εκπομπή με θέμα υπόθεση πελάτη του δεν παραβίασε το δικαίωμα της ελευθερίας της έκφρασης (άρθρο 10 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου - ΕΣΔΑ).

Εν προκειμένω, το αρμόδιο Πειθαρχικό Συμβούλιο έκρινε ότι η συμπεριφορά του προσφεύγοντος δικηγόρου παραβίασε μια σειρά διατάξεων του Κώδικα περί Δικηγόρων, δεδομένου ότι συμμετείχε ενεργά στη «διεξαγωγή της δίκης της υπόθεσης», αποσκοπώντας προδήλως στην  αυτοπροβολή, την αύξηση της προβολής του και τη δημιουργία θετικής δημοσιότητας υπέρ του πελάτη του.

Το ΕΔΔΑ διαπίστωσε ότι  ο Κώδικας Δεοντολογίας Δικηγόρων απαγορεύει στους δικηγόρους να αναπαράγουν στα μέσα ενημέρωσης εκκρεμείς ή εν εξελίξει δίκες. Αυτό κρίθηκε ως "ουσιαστικός νόμος" που δικαιολογεί τον περιορισμό της ελευθερίας της έκφρασης για την προστασία του κύρους της δικαιοσύνης.

Η πειθαρχική ποινή κρίθηκε θεμιτή, καθώς στόχος της ήταν η προστασία της "υπόληψης ή των δικαιωμάτων των άλλων", η διατήρηση του "κύρους και της αμεροληψίας της δικαστικής εξουσίας" και η διασφάλιση της ορθής απονομής της δικαιοσύνης.

Κρίθηκε ακόμα ότι η τηλεοπτική παρέμβαση του δικηγόρου δεν ήταν απαραίτητη για την υπεράσπιση του πελάτη του, καθώς είχε στη διάθεσή του όλα τα νόμιμα ένδικα μέσα ενώπιον των αρμόδιων δικαστηρίων.

Τέλος, το ΕΔΔΑ διευκρίνισε ότι δεν απαγορεύεται στους δικηγόρους να συμμετέχουν σε εκπομπές για νομικά θέματα γενικού ενδιαφέροντος. Ωστόσο, στην συγκεκριμένη περίπτωση, ο δικηγόρος είχε αποκαλύψει πολύ προσωπικές πληροφορίες για ιδιώτες, οι οποίες δεν είχαν αποκαλυφθεί προηγουμένως, και συνεπώς η συζήτηση δεν αποτελούσε μέρος ενός διαλόγου δημοσίου ενδιαφέροντος.

Η απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου αποτελεί ένα σημαντικό προηγούμενο που επιβεβαιώνει ότι οι Δικηγορικοί Σύλλογοι έχουν τη δυνατότητα και την αρμοδιότητα να επιβάλλουν κυρώσεις σε δικηγόρους που παραβιάζουν τη δεοντολογία τους μέσω των τηλεοπτικών τους εμφανίσεων.

Σχόλια