Η υπερβολική τυπολατρία της δικαιοσύνης

Tου Γιώργου Καζολέα, Δικηγόρου

Η τυπολατρία ίσως και να είναι σύμφυτη με τη νομική επιστήμη και τη δικαστική πρακτική, τη δικονομία ειδικότερα, εφόσον οι κανόνες δικαίου αποτελούν τύπο που πρέπει να τηρηθεί και εφαρμοστεί σε πραγματικές καταστάσεις. 

Η υπερβολική τυπολατρία ωστόσο που χαρακτηρίζει πολλά δικονομικά συστήματα ενίοτε μπορεί να στερήσει στους πολίτες το δικαίωμα τους να προσφύγουν στο θεσμό της δικαιοσύνης για να διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους. Αυστηροί δικονομικοί κανόνες που αφορούν συνηθέστερα σε προθεσμίες, χρόνο παραγραφής αξιώσεων, τρόπο κατάθεσης και ελλείψεις ή λάθη δικογράφων κ.ο.κ. αναιρούν στην ουσία το δικαίωμα προσφυγής στο δικαστήριο.

Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων έχει εκδώσει πληθώρα αποφάσεων με τις οποίες καταδίκασε τις έννομες τάξεις αρκετών κρατών για υπερβολική τυπολατρία επί συγκεκριμένων περιπτώσεων.

Αν και δικηγόρος δεν επιτρεπόταν να ασκήσει αναίρεση για τον εαυτό του

Χαρακτηριστική είναι η υπόθεση Maširević κατά Σερβίας (Αριθ. 30671/08, 11 Φεβρουαρίου 2014) , όπου ο προσφεύγων, εν ενεργεία δικηγόρος, είχε καταθέσει αγωγή ενώπιον τοπικού δικαστηρίου, επιδιώκοντας την καταβολή της αμοιβής του από ιδιωτική ασφαλιστική εταιρεία για τις υπηρεσίες που παρείχε βάσει συμφωνίας καταβολής δικηγορικής αμοιβής.

Αρχικά το δικαστήριο διέταξε την πληρωμή αλλά, κατόπιν ανταγωγής που άσκησε η ασφαλιστική εταιρεία, ακύρωσε τη διαταγή πληρωμής και κήρυξε τη σύμβαση άκυρη και ανίσχυρη. Το δευτεροβάθμιο δικαστήριο επικύρωσε την απόφαση αυτή και ο προσφεύγων υπέβαλε αίτηση αναίρεσης στο Ανώτατο Δικαστήριο.

Το Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε την αίτηση αναίρεσης με το σκεπτικό ότι ο προσφεύγων δεν δικαιούτο να την καταθέσει, διότι το Άρθρο 84 του σερβικού Νόμου περί Πολιτικής Δικονομίας προβλέπει ότι αίτηση αναίρεσης μπορεί να υποβληθεί μόνον από δικηγόρο και όχι από τον ίδιο τον αναιρεσείοντα. Δηλαδή ίσχυε το εξής παράλογο: Ο εν λόγω δικηγόρος μπορούσε να ασκήσει το ένδικο μέσο για τους πελάτες του, όχι όμως για τον εαυτό του. Το Ανώτατο Δικαστήριο θεώρησε ότι βάσει της νομοθεσίας αυτής, οι διάδικοι χάνουν την ικανότητα δικαίου να καταθέσουν αίτηση αναίρεσης προσωπικά, ακόμη και αν είναι οι ίδιοι δικηγόροι.

Το ΕΔΔΑ αποφάνθηκε ότι αυτή η ιδιαίτερα αυστηρή ερμηνεία του δικονομικού κανόνα έθιγε το δικαίωμα πρόσβασης σε δικαστήριο. Σύμφωνα με το ΕΔΔΑ, η ερμηνεία του επίδικου δικονομικού κανόνα από το Ανώτατο Δικαστήριο δεν εξυπηρετούσε το σκοπο διασφάλισης της ορθής απονομής της δικαιοσύνης και της αρχής της ασφάλειας δικαίου και στέρησε από τον προσφεύγοντα το δικαίωμα πλήρους εξέτασης της ουσιαστικής βασιμότητας  των ισχυρισμών του και επομένως υπήρξε παράβαση του Άρθρου 6 παράγραφος 1 της ΕΣΔΑ.

Απόρριψη προσφυγής ως απαράδεκτης λόγω αναγραφής εσφαλμένης διάταξης νόμου

Σε μια άλλη πολύ πρόσφατη απόφαση (55997/14 Dos Santos Calado v. Portugal, 31.3.2020), το ΕΔΔΑ διαπίστωσε ότι το Συνταγματικό Δικαστήριο της Πορτογαλίας είχε κηρύξει απαράδεκτο μέρος της προσφυγής σχετικά με το παράνομο χαρακτήρα νομοθεσίας, με την αιτιολογία ότι η προσφυγή στηρίχθηκε σε εσφαλμένο εδάφιο διάταξης του νόμου για το Συνταγματικό Δικαστήριο. Το ΕΔΔΑ αφενός έκρινε ότι η απαίτηση να προσδιοριστεί σε ποιο εδάφιο της διάταξης βασιζόταν η προσφυγή εξυπηρετούσε τον θεμιτό στόχο της διασφάλισης του σεβασμού του κράτους δικαίου και την ορθή διοίκηση της συνταγματικής δικαιοσύνης, αφετέρου το Δικαστήριο έπρεπε να εξακριβώσει αν ο περιορισμός ήταν ανάλογος  στην συγκεκριμένη υπόθεση. Το ΕΔΔΑ σημείωσε ότι το Συνταγματικό Δικαστήριο μπόρεσε να εντοπίσει τους δύο λόγους της προσφυγής που επικαλέστηκε η προσφεύγουσα, επομένως, η απόφαση του απαραδέκτου βασίστηκε αποκλειστικά στην εσφαλμένη αναγραφή της διάταξης . Δηλαδή οι δικαστές παρότι αντιλήφθηκαν τους λόγους προσφυγής , την απέρριψαν για ένα τυπικό λάθος.

Το ΕΔΔΑ έκρινε ότι η προσέγγιση αυτή που υιοθέτησε το Συνταγματικό Δικαστήριο ήταν υπερβολικά φορμαλιστική, καθώς στερούσε από την προσφεύγουσα  το ένδικο μέσο που προέβλεπε η εθνική νομοθεσία  για το επίμαχο ζήτημα.

Μάλιστα το ΕΔΔΑ σημείωσε ότι το Συνταγματικό Δικαστήριο θα μπορούσε να ζητήσει από την προσφεύγουσα να διορθώσει το σφάλμα, όπως προβλέπεται από τον σχετικό νόμο, δεδομένου ότι ο λόγος προσφυγής ήταν σαφής και στο επίμαχο δικόγραφο.

Η παράλειψη μιας λέξης από τα πρακτικά της δίκης στέρησε τη συμμετοχή της πολιτικώς ενάγουσας

Σε μια άλλη απόφαση, του 2017, με ελληνικό ενδιαφέρον το ΕΔΔΑ καταδίκασε την Ελλάδα για παραβίαση του δικαιώματος πρόσβασης στη δικαιοσύνη (υπόθεση Λούλη-Γεωργοπούλου κατά Ελλάδας αρ. 22756/2009).

Εν προκειμένω το ελληνικό δικαστήριο είχε απορρίψει ως απαράδεκτη την παράσταση πολιτικής αγωγής της χήρας του παθόντος σε ποινική δίκη για απάτη. Η αιτιολογία της απόρριψης ήταν ότι δεν είχε γραφτεί η λέξη «κληρονόμος» στα πρακτικά της δίκης. Μάλιστα το Εφετείο απέρριψε και το αίτημα διόρθωσης των πρακτικών.

Το ΕΔΔΑ έκανε δεκτό τον ισχυρισμό της προσφεύγουσας για υπερβολικό φορμαλισμό της ελληνικής δικαιοσύνης που παραβίασε το άρθρο 6 της ΕΣΔΑ καθώς η απόρριψη της δήλωσης παράστασης πολιτικής αγωγής για τον λόγο ότι δεν δηλώθηκε ρητά ότι αυτή παρίσταται ως κληρονόμος του συζύγου της συνιστά περιορισμό στο δικαίωμα πρόσβασης στο δικαστήριο που δεν δικαιολογείται για λόγους διασφάλισης της ασφάλειας του δικαίου και της ορθής απονομής της δικαιοσύνης.     

Η υπερβολική τυπολατρία εν προκειμένω δεν άφησε το εθνικό δικαστήριο (εφετείο) να λάβει υπόψη του ότι η ιδιότητα της κληρονόμου για την προσφεύγουσα προέκυπτε σαφώς από το σύνολο της δικογραφίας όσο και από την εκκαλούμενη απόφαση που είχε δεχθεί την παράσταση πολιτικής αγωγής, υποκύπτοντας σε έναν «άκαμπτο φορμαλισμό που δεν εξυπηρετούσε το συμφέρον κανενός διαδίκου», όπως σημειώνει στην απόφαση του το ΕΔΔΑ.

Οι παραπάνω περιπτώσεις αναφέρονται μόνο ενδεικτικά και δεν αποτελούν παρά σταγόνα στον ωκεανό της αυστηρής προσήλωσης στο γράμμα του δικονομικού κανόνα. Δεν είναι λίγοι όσοι υποστηρίζουν ότι η υπερβολική τυπολατρία, η επιδεικτική παράβλεψη της ουσίας μιας υπόθεσης για χάρη της τήρησης του τύπου της διαδικασίας έχει ως θύμα ή και στόχο ακόμα τον ασθενέστερο έναντι του ισχυρού.  

Στο βιβλίο του «Το Δίκαιο των Βιβλίων και το Δίκαιο της Πράξης» -Η Πτώση του Νομικού Φορμαλισμού και η Οικονομική Ανάλυση του Δικαίου, ο Αριστείδης Χατζής αναφέρει ένα ενδιαφέρον σχόλιο του Αμερικανού Νομικού και Οικονομολόγου  Richard Posner στην περίφημη φράση του Αρχαίου Σοφιστή και Ρήτορα , Θρασύμαχου στην  Πολιτεία του Πλάτωνα, ότι σε όλα τα πολιτεύματα δίκαιο είναι το ίδιο πράγμα: Ό,τι συμφέρει την κατεστημένη εξουσία. Αυτή έχει την ισχύ, κι έτσι για όποιον σκέφτεται σωστά δίκαιο είναι παντού ένα και το αυτό: Το συμφέρον του ισχυρότερου. Επ’ αυτού γράφει ο Posner: «Αυτό που περιγράφει ο Θρασύμαχος δεν είναι η έννοια του δικαίου αλλά η πραγματικότητα της απουσίας του». 

Δείτε την αρθρογραφία του Γιώργου Καζολέα εδώ

Σχόλια

Ο χρήστης Ευάγγελος Κ. Νασίου είπε…
Πολύ ενδιαφέρον άρθρο. Στην πολιτική δικονομία έχουμε το 227 ΚΠολΔ το οποίο λέγει κοντολογίς ότι ο πρόεδρος μπορεί να καλέσει τα μέρη να συμπληρώσουν τις όποιες τυπικές παραλείψεις. Προφανώς αυτό θα μπορούσε να υιοθετηθεί και απ' τον ποινικό νομοθέτη στον ΚΠΔ, ο οποίος ούτως ή άλλως δεν τηρείται κατά γράμμα στην ποινική δίκη, και δικαιολογημένα θα προσθέσω αφού τούτη είναι ζωντανή και έτσι υπάρχουν πολλοί παράγοντες που επηρεάζουν την εφαρμογή του ( π.χ. εξάντληση της έδρας).

Ευάγγελος Κ. Νασίου

Δικηγόρος Αθηνών - Διαμεσολαβητής.

Legal Jobs

Legal Jobs
Θέσεις Εργασίας-Υποτροφίες- Μεταπτυχιακά