Πέθανε η εμβληματική δικαστής Ρουθ Μπέιντερ Γκίνσμπεργκ

Πέθανε χθες, 18 Σεπτεμβρίου 2020, σε ηλικία 87 ετών η δικαστής Ρουθ Μπέιντερ Γκίνσμπεργκ, μέλος του Ανώτατου Δικαστηρίου των ΗΠΑ από το 1993 και σταθερή υπερασπίστρια των δικαιωμάτων των γυναικών και των φιλελεύθερων αξιών ιδιαίτερα στο δικαστικό σώμα. 

Η Γκίνσμπεργκ πέθανε εξαιτίας «επιπλοκών του μεταστατικού καρκίνου στο πάγκρεας» από τον οποίο είχε διαγνωστεί πως έπασχε, όπως ανακοίνωσε το Δικαστήριο. Έφυγε «στην κατοικία της, με την οικογένειά της γύρω της», αναφέρει η ανακοίνωση.

Η κηδεία της θα γίνει σε στενό οικογενειακό κύκλο στο Εθνικό Νεκροταφείο Άρλινγκτον, σύμφωνα με την ανακοίνωση του δικαστηρίου, στην οποία δεν διευκρινίζεται η ημερομηνία.

Διαβάστε επίσης: Δικαστής-πρότυπο η 85χρονη υπέρμαχος των ανθρωπίνων δικαιωμάτων Ρουθ Γκινσμπεργκ: Τα προβλήματα υγείας και οι 2 νέες ταινίες για τη ζωή και το έργο της

Με τον θάνατό της, παρουσιάζεται στον Ρεπουμπλικάνο πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ η ευκαιρία να μεγεθύνει ακόμα περισσότερο τη συντηρητική πλειοψηφία στο Ανώτατο Δικαστήριο, διορίζοντας το τρίτο κατά σειρά μέλος του κατά τη διάρκεια της θητείας του, κι ενώ απομένει πλέον λιγοστός χρόνος ωσότου διεξαχθούν οι προεδρικές εκλογές.

Σύμφωνα με δημοσιεύματα, η απώλεια της Γκινσμπεργκ ενδέχεται να οδηγήσει σε δραματική μεταβολή της ιδεολογικής ισορροπίας στο σώμα, όπου οι συντηρητικοί δικαστικοί είχαν πλειοψηφία 5 έναντι 4, μετακινώντας το Ανώτατο Δικαστήριο ακόμη πιο δεξιά.

Το ζήτημα της αντικατάστασης της «RBG» – το ακρώνυμο του ονόματός της –, όπως αποκαλούσαν πολλοί τη δικαστή που είχε διορίσει ο Μπιλ Κλίντον, προεξοφλείται πως θα μετατραπεί σε φλέγον ζήτημα της προεκλογικής εκστρατείας.

Η Γκίνσμπεργκ, παιδί φτωχής οικογένειας από το Μπρούκλιν, ήταν εξαιρετικά δημοφιλής στις ΗΠΑ, κάτι ιδιαίτερα σπάνιο για οποιοδήποτε μέλος του εννεαμελούς Ανώτατου Δικαστηρίου. Αυτό οφείλεται μάλλον στο ότι η δικαστικός υπήρξε πρωτοπόρος στον αγώνα για τη χειραφέτηση των γυναικών τη δεκαετία του 1970, αλλά και τη στράτευσή της σε άλλα ζητήματα κοινωνικής προόδου, όπως για παράδειγμα οι αμβλώσεις, ή οι γάμοι μεταξύ προσώπων του ίδιου φύλου.

Το πρόσωπο που θα την αντικαταστήσει θα πρέπει να εξασφαλίσει την έγκριση της Γερουσίας, όπου οι Ρεπουμπλικάνοι διατήρησαν την πλειοψηφία τους στις ενδιάμεσες εκλογές του 2018.

Η Γκίνσμπεργκ είχε δώσει πολλές μάχες με τον καρκίνο για δύο δεκαετίες, κυρίως στο πάγκρεας και στο έντερο.

Το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ διαδραματίζει ρόλο καίριας σημασίας στη χάραξη της πολιτικής στη χώρα για κοινωνικά ζητήματα, από τα δικαιώματα των ΛΟΑΔ ως το ζήτημα της οπλοκατοχής, από τις θρησκευτικές ελευθερίες ως τη θανατική ποινή και τις προεδρικές εξουσίες. Ήταν αυτό που νομιμοποίησε εν έτει 1973 τις αμβλώσεις σε όλη τη χώρα, απόφαση που ορισμένοι συντηρητικοί δεν κρύβουν την ανυπομονησία τους να ανατρέψουν· το ίδιο επέτρεψε το 2015 τους γάμους προσώπων του ίδιου φύλου σε όλες τις ΗΠΑ.

Σύμφωνα δημοσιεύματα του τύπου, η Γκίνσμπεργκ υπαγόρευσε πριν πεθάνει μια δήλωση στην εγγονή της, τονίζοντας πως ο «πιο διακαής πόθος μου είναι να μην αντικατασταθώ προτού αναλάβει νέος πρόεδρος».

Ο Τραμπ – ο οποίος κατά τη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας το 2016 είχε απαιτήσει η Γκίνσμπεργκ να παραιτηθεί και την είχε επικρίνει επανειλημμένα – αποκτά πλέον τη δυνατότητα να αναμορφώσει το Ανώτατο Δικαστήριο περισσότερο από οποιονδήποτε πρόεδρο μετά τον Ρόναλντ Ρέιγκαν, που είχε κάνει επίσης τρεις διορισμούς σε αυτό τα οκτώ χρόνια που έμεινε στην εξουσία . Τόσο ο πρόεδρος Τραμπ, όσο και ο Ρεπουμπλικάνος πρόεδρος της Γερουσίας Μιτς Μακόνελ θεωρούν την αλλαγή ισορροπίας στο Ανώτατο Δικαστήριο προτεραιότητα.

Παρατηρητές εκτιμούν πως ο Τραμπ θα επιλέξει γυναίκα και θα αδράξει την ευκαιρία να συνεγείρει το συντηρητικό ακροατήριό του.

Διαβάστε εδώ περισσότερα για την Ρουθ Μπέιντερ Γκίνσμπεργκ

Σχόλια