Νόμιμος ο περιορισμός στην επανεκλογή προέδρου Δικηγορικού Συλλόγου για τρίτη συνεχόμενη θητεία (ΣτΕ)


ΣτΕ 2519/2018: Ο περιορισμός στη δυνατότητα επανεκλογής σε θέση προέδρου δικηγορικού συλλόγου για τρίτη συνεχόμενη θητεία ή σε θέση μέλους του διοικητικού του συμβουλίου για τέταρτη συνεχόμενη θητεία, που προβλέπεται από την διάταξη του άρθρου 97 παρ. 5 του ν. 4194/2013, δεν αντίκειται στις συνταγματικές διατάξεις 5 παρ. 1 και 12, ούτε στην αρχή της αναλογικότητας. Η εν λόγω διάταξη δεν αντίκειται ούτε στην διάταξη του άρθρου 11 της ΕΣΔΑ, διότι, ο επίμαχος περιορισμός στο δικαίωμα του εκλέγεσθαι παρίσταται εύλογος και αναγκαίος για την επίτευξη των προαναφερθέντων σκοπών δημοσίου συμφέροντος.
«Επειδή η αναγωγή επαγγελματικών οργανώσεων, όπως είναι και οι δικηγορικοί σύλλογοι, σε νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου σωματειακού χαρακτήρα και η υποχρεωτική συμμετοχή σε αυτά των μελών τους είναι, κατ’ αρχήν, σύμφωνη με τα οριζόμενα στα άρθρα 5 παρ. 1 και 3 και 12 παρ. 1 του Συντάγματος, εφόσον στις συγκεκριμένες επαγγελματικές οργανώσεις ανατίθεται από τον νόμο η εκπλήρωση γενικότερων σκοπών δημοσίου συμφέροντος, όπως είναι και οι σκοποί των δικηγορικών συλλόγων, σύμφωνα με τις μνημονευθείσες διατάξεις του άρθρου 90 του ν. 4194/2013.
Επιβάλλεται, όμως, στις περιπτώσεις που ο νομοθέτης επιλέγει να αναγάγει επαγγελματική οργάνωση σε νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου και να επιβάλει την υποχρεωτική συμμετοχή των ελευθέρων επαγγελματιών σε αυτό, η πρόβλεψη ορισμένων εγγυήσεων, όπως, ιδίως, ο υποχρεωτικά αιρετός χαρακτήρας της διοικήσεως των εν λόγω νομικών προσώπων, η ανάδειξη δηλαδή των φυσικών προσώπων που ασκούν διοίκηση σε αυτά με ελεύθερη εκλογή τους από τα μέλη του νομικού προσώπου (βλ. ΣτΕ 2691/2009 επτ.).
Εν όψει, ειδικότερα, του διφυούς χαρακτήρα των ανωτέρω επαγγελματικών οργανώσεων, ο οποίος συνίσταται αφενός στην εκπλήρωση σκοπών δημοσίου συμφέροντος με μέσα δημόσιας εξουσίας (π.χ. άσκηση πειθαρχικών αρμοδιοτήτων επί των μελών της επαγγελματικής οργανώσεως) και αφετέρου στην προστασία των επαγγελματικών συμφερόντων των μελών τους, το δικαίωμα συμμετοχής των τελευταίων στην διοίκηση των ως άνω οργανώσεων απορρέει, κατά την κρατήσασα γνώμη, τόσο από το άρθρο 5 παρ. 1 του Συντάγματος, κατά το οποίο καθένας έχει δικαίωμα να συμμετέχει στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της χώρας, εφόσον δεν παραβιάζει το Σύνταγμα ή τα χρηστά ήθη, όσο και από το άρθρο 12 παρ. 1 του Συντάγματος, κατά το οποίο οι Έλληνες πολίτες έχουν το δικαίωμα να συνιστούν ενώσεις και μη κερδοσκοπικά σωματεία, τηρώντας τους νόμους του κράτους.
Η εφαρμογή της διατάξεως του άρθρου 12 παρ. 1 του Συντάγματος επιβάλλεται εν προκειμένω εκ του ότι οι ανωτέρω επαγγελματικές οργανώσεις - παρότι η συμμετοχή των μελών τους σ’ αυτές καθίσταται υποχρεωτική από τον νόμο - έχουν, σε κάθε περίπτωση, και σωματειακό χαρακτήρα, από τον οποίο απορρέει ειδικότερα το δικαίωμα συμμετοχής των μελών τους στην διοίκηση των επαγγελματικών οργανώσεων, ώστε να διασφαλίζεται κατά τρόπο αποτελεσματικό και ο δεύτερος από τους προαναφερθέντες σκοπούς τους, η προστασία δηλαδή των επαγγελματικών συμφερόντων της οικείας επαγγελματικής τάξεως.
Στο πλαίσιο, πάντως, της ρυθμίσεως από τον νομοθέτη του τρόπου διοικήσεως των εν λόγω επαγγελματικών οργανώσεων από τα μέλη τους και εν όψει, ακριβώς, του προαναφερθέντος διφυούς χαρακτήρα τους, δεν αποκλείεται η θέσπιση περιορισμών στο δικαίωμα του εκλέγεσθαι στα όργανα διοικήσεώς τους. Οι περιορισμοί αυτοί δεν αντίκεινται στις προαναφερθείσες συνταγματικές διατάξεις ούτε στην αρχή της αναλογικότητος(άρθρο 25 παρ. 1 εδάφιο τελευταίο του Συντάγματος), υπό την προϋπόθεση ότι εξυπηρετούν σκοπούς δημοσίου συμφέροντος, συναφείς προς την φύση και την αποστολή των εν λόγω επαγγελματικών οργανώσεων, και δεν παρίστανται προδήλως ακατάλληλοι ή μη αναγκαίοι για την εξυπηρέτηση των σκοπών αυτών.
Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, ο επίμαχος, εν προκειμένω, περιορισμός στην δυνατότητα επανεκλογής σε θέση προέδρου δικηγορικού συλλόγου για τρίτη συνεχόμενη θητεία ή σε θέση μέλους του διοικητικού του συμβουλίου για τέταρτη συνεχόμενη θητεία, ο οποίος προβλέπεται από την διάταξη του άρθρου 97 παρ. 5 του ν. 4194/2013, δεν αντίκειται στις ανωτέρω συνταγματικές διατάξεις ούτε στην αρχή της αναλογικότητος, δεδομένου ότι:
α) Ο περιορισμός αυτός, ο οποίος, όπως προέκυψε από στοιχεία του φακέλου, απαντάται, με διάφορες μορφές, και σε άλλες έννομες τάξεις (όπως η αγγλική και η γαλλική), εξυπηρετεί προφανείς σκοπούς δημοσίου συμφέροντος, οι οποίοι ανάγονται, προεχόντως, στην ανάγκη εναλλαγής προσώπων στην διοίκηση επαγγελματικών οργανώσεων με έντονα δημόσιο χαρακτήρα, όπως οι δικηγορικοί σύλλογοι, ώστε να αποτρέπονται φαινόμενα δημιουργίας ισχυρών προσωπικών δεσμών μεταξύ των ασκούντων διοίκηση και των μελών τους, απότοκα της μακροχρονίου παραμονής των ίδιων προσώπων στην διοίκηση, με συνέπεια να απομειώνεται σοβαρά, κατά την κοινή πείρα, η αποτελεσματικότητα της ασκούμενης διοικήσεως, αλλά και να δημιουργούνται αμφισβητήσεις ως προς τον σύννομο και χρηστό χαρακτήρα της ασκήσεώς της.
β) Ο ανωτέρω περιορισμός δεν συνεπάγεται διαρκή αποκλεισμό από την διοίκηση των δικηγορικών συλλόγων, αλλά αφορά την δυνατότητα επανεκλογής του ίδιου προσώπου για τρίτη (ή τέταρτη) συνεχόμενη θητεία, χωρίς να αποκλείεται η επανεκλογή του στο μέλλον, αφού μεσολαβήσει μία περίοδος υποχρεωτικής αποχής του από την διοίκηση.
Δεν θίγεται, ως εκ τούτου, στον πυρήνα του το δικαίωμα των μελών των δικηγορικών συλλόγων να συμμετέχουν στην διοίκησή τους, λαμβανομένης μάλιστα υπόψη και της σχετικά μεγάλης διάρκειας (τετραετούς) της θητείας των προέδρων των δικηγορικών συλλόγων και των μελών των διοικητικών τους συμβουλίων, ούτε, άλλωστε, μπορεί να θεωρηθεί, κατά την κοινή πείρα, ότι το εν λόγω μέτρο είναι προδήλως ακατάλληλο ή μη αναγκαίο για την εξυπηρέτηση των προαναφερθέντων σκοπών δημοσίου συμφέροντος, για τον λόγο ότι θα μπορούσαν να εξυπηρετηθούν εξ ίσου αποτελεσματικά με οποιοδήποτε άλλο μέτρο.
Υπό τα δεδομένα, εξ άλλου, αυτά, η διάταξη του άρθρου 97 παρ. 5 του ν. 4194/2013 δεν αντίκειται ούτε στην διάταξη του άρθρου 11 της ΕΣΔΑ, διότι, ανεξαρτήτως αν η τελευταία εφαρμόζεται εν προκειμένω, πάντως ο επίμαχος περιορισμός στο δικαίωμα του εκλέγεσθαι παρίσταται, κατά τα προεκτεθέντα, εύλογος και αναγκαίος για την επίτευξη των προαναφερθέντων σκοπών δημοσίου συμφέροντος.
Τέλος, το γεγονός ότι όμοιοι περιορισμοί δεν απαντώνται, ενδεχομένως, στις ρυθμίσεις που διέπουν άλλες επαγγελματικές οργανώσεις, οι οποίες οργανώνονται από τον νομοθέτη ως δημόσιοι σύλλογοι των μελών τους, δεν συνιστά παραβίαση της αρχής της ισότητος, δεδομένου ότι τόσο οι συνθήκες υπό τις οποίες τελούν οι διάφορες επαγγελματικές ομάδες, όσο και οι λόγοι δημοσίου συμφέροντος που επιβάλλουν την συγκεκριμένη μορφή οργανώσεώς τους δεν ταυτίζονται, ώστε να παραβιάζεται η αρχή της ισότητος εκ του ότι δεν επιβάλλονται σε όλες τις περιπτώσεις όμοιοι περιορισμοί.
Κατά την συγκλίνουσα γνώμη που διατύπωσαν ο Σύμβουλος Γ. Τσιμέκας και ο Πάρεδρος Ι. Παπαγιάννης, το δικαίωμα συμμετοχής των μελών δικηγορικού συλλόγου στην διοίκησή του απορρέει από το άρθρο 5 παρ. 1 του Συντάγματος, δεν έχει δε εν προκειμένω εφαρμογή ούτε το άρθρο 12 παρ. 1 του Συντάγματος ούτε το άρθρο 11 της ΕΣΔΑ, τα οποία κατοχυρώνουν το δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι.
Και τούτο διότι οι δικηγορικοί σύλλογοι οργανώνονται μεν σε σωματειακή βάση και περιλαμβάνουν μεταξύ των σκοπών τους και την μέριμνα για τα συμφέροντα των μελών τους ως επαγγελματικής τάξεως, έχουν όμως, ως δημόσιοι οργανισμοί, κύρια αποστολή να διασφαλίζουν, με τα παρεχόμενα σε αυτούς μέσα δημόσιας εξουσίας, την εκπλήρωση των δικαιωμάτων που αναγνωρίζονται και των υποχρεώσεων που επιβάλλονται στους δικηγόρους, στους οποίους ανήκει, κατά κανόνα, αποκλειστικώς η αντιπροσώπευση και υπεράσπιση των εντολέων τους και στους οποίους έχει αναγνωρισθεί από τον νομοθέτη η ιδιότητα δημοσίου λειτουργού και συλλειτουργού της Δικαιοσύνης, λόγω ακριβώς της αναγκαίας και αποφασιστικής συμμετοχής τους στην αρτιότερη δυνατή απονομή της.
Ο ιδιαίτερος αυτός χαρακτήρας του δικηγορικού λειτουργήματος επιβάλλει, αφενός, την υποχρεωτική ένταξη των δικηγόρων σε δημοσίους συλλόγους και, αφετέρου, την ελεύθερη κατ’ αρχήν συμμετοχή τους στην διοίκηση των συλλόγων αυτών, προκειμένου ο διοικητικός έλεγχος του δικηγορικού επαγγέλματος να μην ασκείται από αμιγώς κρατικά όργανα και να μην αποβαίνει υπερμέτρως περιοριστικός τόσο σε σχέση με το ελεύθερο δικηγορικό επάγγελμα καθ’ εαυτό, όσο και με την αποτελεσματική διασφάλιση των δικαιωμάτων και συμφερόντων των εντολέων των δικηγόρων.
Εν όψει όμως των ανωτέρω, ούτε η διάταξη του άρθρου 12 παρ. 1 του Συντάγματος ούτε η διάταξη του άρθρου 11 της ΕΣΔΑ μπορούν να τύχουν εφαρμογής στους δικηγορικούς συλλόγους, δεδομένου ότι οι διατάξεις αυτές αναφέρονται σε συνεταιριστικές οργανώσεις που συνιστώνται με πράξεις ιδιωτικής βουλήσεως, η οποία εκδηλώνεται ελεύθερα και αδέσμευτα, και δεν έχουν εφαρμογή επί νομικών προσώπων τα οποία, ακόμη και όταν λειτουργούν με μορφή σωματείου, δεν έχουν προέλευση από την ιδιωτική βούληση, αλλά έχουν συσταθεί δυνάμει διατάξεων του νόμου ή άλλης πράξεως της πολιτείας, κατ’ εξουσιοδότηση νόμου, προς εκπλήρωση των πρωτευόντως δημοσίου συμφέροντος σκοπών τους (βλ. ΣτΕ 1466/2016 ολομ., 1438/2005 επτ., 2512/1997 ολομ., 3354/1988 επτ., 2260/1982 ολομ., 1101/1958 ολομ., 1936/1948 ολομ.· βλ. επίσης τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στις υποθέσεις Le Compte, Van Leuven και De Meyere κατά Βελγίου της 23/6/1981, σκέψεις 62-66, Sigurdur A. Sigurjonsson κατά Ισλανδίας της 30/6/1993, σκέψεις 30-32, Bota κατά Ρουμανίας (επί του παραδεκτού) της 12/10/2004, καθώς και την απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (επί του παραδεκτού) στην υπόθεση Α. και άλλοι κατά Ισπανίας της 2/7/1990).
Κατά τα λοιπά, σύμφωνα με την συγκλίνουσα αυτή γνώμη, η διάταξη του άρθρου 97 παρ. 5 του ν. 4194/2013 δεν αντίκειται σε καμία συνταγματική διάταξη και, ιδίως, σε αυτές των άρθρων 5 παρ. 1 και 25 παρ. 1 εδάφιο τελευταίο του Συντάγματος, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα.
Επειδή, εν όψει των ανωτέρω, η εκλογή του παρεμβαίνοντος ... για τρίτη συνεχόμενη θητεία στο αξίωμα του προέδρου του Δικηγορικού Συλλόγου Μυτιλήνης είναι μη νόμιμη. Για τον λόγο αυτόν, η κρινόμενη ένσταση πρέπει να γίνει δεκτή, να απορριφθούν οι ασκηθείσες παρεμβάσεις, να ακυρωθεί το από 26/11/2017 πρακτικό της Εφορευτικής Επιτροπής, με το οποίο εξήχθη το αποτέλεσμα της εκλογής και ανεδείχθη πρόεδρος ο ανωτέρω, και να αναπεμφθεί η υπόθεση στον Δικηγορικό Σύλλογο Μυτιλήνης, για να ενεργήσει τα νόμιμα, σύμφωνα με το άρθρο 124 του ν. 4194/2013». (πηγή: dsanet.gr)

Σχόλια