Δεν είναι στραβός ο γιαλός, εμείς στραβά αρμενίζουμε στο πέλαγος της πανδημίας

Της Ευλαμπίας Τσολάκη, Δικηγόρου 

Ενόψει της από 11.12.2020 κυβερνητικής ανακοίνωσης[1] ότι οι εκκλησίες δύνανται να ανοίξουν μονάχα ανήμερα των Χριστουγέννων και των Θεοφανίων, δηλαδή συνολικά για δύο (2) μόλις ημέρες, με την παρουσία κατ’ ανώτατο όριο εννέα (9) προσώπων για όλους συλλήβδην τους Ιερούς Ναούς και είκοσι πέντε (25) αποκλειστικά για τους Μητροπολιτικούς, κρίθηκε σκόπιμο να επανέλθουμε στο ζήτημα του επιτρεπτού της παρακολούθησης των λατρευτικών τελετών της Χριστιανικής Ορθόδοξης Θρησκείας, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια του Αγίου Δωδεκαημέρου, με τη διατύπωση ορισμένων σύντομων αιτιάσεων αφού τη βασική μας προσέγγιση την εκθέσαμε ήδη στο μόλις προηγούμενο σχόλιό μας[2]. Αφετηρία της ανά χείρας άκρως βραχυλογικής μας παρέμβασης  αποτελεί η δυσάρεστη διαπίστωση ότι για μία ακόμη φορά το κράτος επέλεξε το μυωπικό νομικό δρόμο της λήψης ισοπεδωτικών μέτρων. Ως τέτοια, αυτά επισύρουν την εύλογη αμφισβήτησή τους για το κατά πόσο σέβονται τις επιταγές του κυριότερου περιορισμού της κρατικής παρεμβατικότητας στα συνταγματικά δικαιώματα και ελευθερίες, δηλαδή της αρχής της αναλογικότητας (άρθρ. 25 § 1 εδ.τελ. Συντ.), τουλάχιστον υπό τις δύο πρώτες εκφάνσεις της, δηλαδή την αρχή της καταλληλότητας και της αναγκαιότητας, δεδομένου ότι η τρίτη εκδήλωσή της, δηλαδή η στάθμιση κόστους-οφέλους a priori, ελλείψει επιδημιολογικής επιτήρησης, εν προκειμένω δεν είναι δυνατόν εκ των πραγμάτων να εξεταστεί κατά πόσο τηρείται με κρατική πάντως ευθύνη. Βέβαια, υποστηρίζεται από ουκ ολίγες επιστημονικές φωνές πράγματι ότι ένας τέτοιος έλεγχος υποκρύπτει έναν έλεγχο σκοπιμότητας των πολιτικών αποφάσεων και ως εκ τούτου είναι ανεπίτρεπτος ως αντικείμενος στην αρχή της διάκρισης των εξουσιών (άρθρ. 26 § 1 Συντ.), εντούτοις φρονούμε ότι το επιχείρημα αυτό δεν ευσταθεί στην απολυτότητά του για δύο κύριους λόγους. Κατά πρώτον, εάν ευσταθούσε πλήρως δε θα μπορούσε να εξηγηθεί γιατί τελικά ο Αναθεωρητικός νομοθέτης[3] προέβη στη ρητή αναγνώριση της αρχής της αναλογικότητας ως αξιολογικού μέτρου για τον περιορισμό της κρατικής περιστολής που τίθεται σε συνταγματικά αναγνωριζόμενα έννομα αγαθά στο άρθρο 25 § 1 εδ. τελ.Συντ. και κατά δεύτερον, εν τοιαύτη περιπτώσει, εάν θεωρηθεί ανεπίτρεπτος κάθε έλεγχος των φραγμών που εισάγονται από τη νομοθετική και την εκτελεστική λειτουργία στα δικαιώματα και τις ελευθερίες που προστατεύονται από το Σύνταγμα, τότε μπορεί να γίνει αντιληπτό ότι αυτά μετατρέπονται σε απλά «ευχολόγια» από τη στιγμή που σχεδόν κάθε δυνατότητα αποτελεσματικής τους προστασίας τίθεται εκ ποδών. Κατά συνέπεια, συμπεραίνεται ότι η συμμόρφωση με τα προτάγματα της αρχής της αναλογικότητας είναι επιβεβλημένη με τη διευκρίνιση ότι θα πρέπει ακριβώς προκειμένου να παρέχεται ένα εύλογο περιθώριο λήψης αποφάσεων στη νομιμοποιημένη δημοκρατικά κυβέρνηση, η οποία εκλέγεται για να ασκήσει πολιτική ηγεσία και όχι για να λειτουργήσει ως ένας διαχειριστής προειλημμένων επιλογών, να περιορίζεται στα πρόδηλα λογικά σφάλματα που εντοπίζονται στις ελεγχόμενες πολιτειακές πράξεις όσον αφορά το αιτιολογικό τους υπόβαθρο· και ως τέτοια προεχόντως επιβάλλεται να θεωρηθούν οι εξόφθαλμες λογικές αντιφάσεις, για τις οποίες δεν εισφέρεται καμία επαρκής δικαιολόγηση.

Έτσι, ειδικότερα, για μία ακόμη φορά στη διάρκεια της πανδημίας, και στην υπό κρίση περίπτωση του επιτρεπτού ή μη της πρόσβασης στους Ιερούς Ναούς  με έμφαση την παρουσία στις Θείες Λειτουργίες του Αγίου Δωδεκαημέρου, καλούμαστε να «κατανοήσουμε» τη λογική και νομική συνέπεια της προαναγγελθείσας σχετικής ρύθμισης για να διαπιστώσουμε κατά πόσο ήταν κατάλληλο και αναγκαίο να προκριθεί. Εκτιμώντας το μέτρο σε θετικό επίπεδο, δηλαδή αναφορικά με τη ρύθμιση που επίσημα ανακοινώθηκε αρχικά ότι θα τύχει εφαρμογής, αξίζει να θέσουμε ορισμένα ενδεικτικά μόνο ερωτήματα που αναδεικνύουν το νομικό και λογικό παραλογισμό της, όπως για παράδειγμα: Πώς είναι δυνατόν ακόμη και για τη διανυόμενη περίοδο παράτασης της ιδιότυπης καραντίνας που έχει επιβληθεί[4],[5], τα ΜΜΜ να λειτουργούν με μέγιστη πληρότητα εξήντα πέντε τοις εκατό (65%), ανεξάρτητα που συνήθως το όριο αυτό υπερβαίνεται χωρίς η πολιτεία ασφαλώς να αυτό-τιμωρείται για την πλημμελή τήρησή του, στα καταστήματα τροφίμων να επιτρέπονται τέσσερα (4) πρόσωπα με εμβαδό έως εκατό τ.μ. (100 τ.μ.) και ένα (1) επιπλέον άτομο για κάθε δέκα (10) τ.μ. ενώ πια[6] υπό παρεμφερείς εμβαδομετρικούς όρους επιτρέπεται και η λειτουργία των βιβλιοπωλείων και η παροχή υπηρεσιών από τις επιχειρήσεις κομμωτηρίων ύστερα από ραντεβού, στις  λαϊκές αγορές να μην υφίσταται στην ουσία κανένας περιορισμός αναφορικά με τον αριθμό των καταναλωτών-αγοραστών, με μόνο φραγμό την υποχρέωσης τήρησης απόστασης ενάμιση μέτρου (1,5μ.), αλλά αποκλειστικά των πωλητών[7], να είναι ανοικτό για το κοινό το λιανικό εμπόριο εποχικών ειδών ενώ στις αίθουσες των δικαστηρίων, πολλές εκ των οποίων-ως γνωστόν ούσες «made in Greece»-εκτός του ότι δεν είναι εργονομικές σε κάθε περίπτωση είναι περιορισμένου εμβαδού και πάντως απέχουν από το να εξασφαλίζουν τις ελάχιστες συνθήκες στοιχειώδους υγιεινής ανεξαρτήτως πανδημίας, επιτρέπεται κατά την έστω κατ’ εξαίρεση λειτουργία των ακροατηρίων η παρουσία έως και δέκα πέντε (15) προσώπων με τη δυνατότητα υπέρβασης μάλιστα του ορίου αυτού κατά την κρίση του προεδρεύοντος δικαστηρίου· και την ίδια στιγμή προαναγγέλθηκε οριζόντια ανώτατο όριο παρουσίας και ως εκ τούτου συμμετοχής στις Θείες Λειτουργίες της Ορθόδοξης Χριστιανής Θρησκείας μόλις εννέα (9) προσώπων στους Ιερούς Ναούς και είκοσι πέντε (25) στους Μητροπολιτικούς. Με μόνη την απλή αντιπαραβολή των παραπάνω δεδομένων, συμπεραίνεται ότι: α) το εμβαδό ενός περίκλειστου  (δικαστήρια, σούπερ μάρκετ, ΜΜΜ) ή υπαίθριου χώρου (λαϊκές αγορές) λαμβάνεται  υπόψη, εύλογα επί της αρχής κατά την αντίληψή μας, ως αποφασιστικό κριτήριο για την κλίμακα του περιορισμού της πρόσβασης του κοινού στη δραστηριότητα ενός φορέα, ιδιωτικού ή δημοσίου χαρακτήρα, με την ανεξήγητη όμως εξαίρεση της λειτουργίας των εκκλησιών, όπου το εμβαδόν τους δεν συνεκτιμάται ούτε κυρίως ούτε δευτερευόντως ενώ β) ακόμη και σε δραστηριότητες που λαμβάνουν χώρα κατά κανόνα σε εμφανώς μικρότερη επιφάνεια συγκριτικά με τις Θείες Λειτουργίες, όπως οι συνεδριάσεις των δικαστηρίων και η μαζική μεταφορά των προσώπων, συγκριτικά επιτρέπεται η παρουσία περισσοτέρων προσώπων. Έτσι, όπως είναι αναμενόμενο, το αποτέλεσμα που προκύπτει είναι εντελώς παράλογο και αυτό μάλιστα όχι μόνο όταν αντιπαρατίθεται με τον τρόπο που λειτουργούν οι προαναφερθείσες εκφάνσεις κοινωνικής δράσης και οργάνωσης, αλλά επιπλέον και όταν εξετάζεται αυτοτελώς ως προς τη λειτουργία των εκκλησιών per se. Για παράδειγμα, για όποιον γνωρίζει τη Θεσσαλονίκη είναι εύκολο να αντιληφθεί ότι το να επιτρέπεται ισοπεδωτικά η παρουσία έως εννέα κατ’ ανώτατο όριο πιστών στο βυζαντινό Ιερό Ναό της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος στη συμβολή των οδών Εγνατίας και Παλαιών Πατρών Γερμανού στο κέντρο της πόλης, το οποίο είναι ένα μικρό εκκλησάκι, στον Ιερό Ναό της Παναγούδας παραδίπλα, το οποίο είναι μία μικρή εκκλησία, και στον Άγιο Δημήτριο, ο οποίος είναι ένας μεγάλος Ιερός Ναός, είναι η επιτομή της λογικής και νομικής ανορθολογικότητας. Πολλώ δε μάλλον, όταν η μόνη διαφοροποίηση της προαναγγελθείσας ρύθμισης αναφέρεται ρητά στο εάν η εκκλησία αποτελεί τη Μητρόπολη της οικείας τοπικής μονάδας, οπότε και τότε μόνο επιτρέπεται η παρουσία το πολύ είκοσι πέντε (25) πιστών, κριτήριο που πασιφανώς ουδεμία σχέση έχει με τη ratio του ανακοινωθέντος περιορισμού που είναι η αποφυγή του κοινωνικού συγχρωτισμού. Τουναντίον, το ανώτατο επιτρεπτό όριο πιστών ανά εκκλησία και άρα συμμετοχής σε Θεία Λειτουργία με βάση το δεδηλωμένο σκοπό του εξαγγελθέντος μέτρου που είναι επαναλαμβάνουμε η αποτροπή του όποιου συνωστισμού μπορεί να συναρτάται και για την ακρίβεια να προσδιορίζεται σε ευθεία αναλογική σχέση αποκλειστικά και μόνο με το εμβαδό κάθε Ιερού Ναού. Κατά συνέπεια, από τη στιγμή που η προαναγγελθείσα ρύθμιση βασίζεται  αποκλειστικά σε ένα κριτήριο αυθαίρετο, δηλαδή στο χαρακτήρα του Ιερού Ναού και όχι στη χωρική του έκταση, αντιφάσκοντας προδήλως με τις άλλες προμνημονευθείσες περιπτώσεις περιορισμών που συναρτώνται ρητώς και αδιαρρήκτως με το εμβαδομετρικό μέγεθος του χώρου, όπου λαμβάνει χώρα η ρυθμιζόμενη δραστηριότητα, σχετικοποιείται εμφανώς ως προς την αναγκαιότητά της, στους μεγάλους Ιερούς Ναούς, και ως προς την ίδια την προσφορότητά της, στους μικρότερους Ιερούς Ναούς, ενόψει του σκοπού που επιδιώκει να επιτύχει.  

Παράλληλα, η αρχή της καταλληλότητας παραβιάζεται κατάφωρα, και αν επιχειρήσουμε να αξιολογήσουμε το προαναγγελθέν μέτρο αποθετικά, δηλαδή σε σχέση με το τι παραλείπει να συνεκτιμήσει, σε συνεννόηση με την Εκκλησία της Ελλάδος κατά συμμόρφωση με τον αυτοδιοίκητο χαρακτήρα της. Έτσι, από αυτή τη σκοπιά, εγείρεται δικαιολογημένα η απορία αναφορικά με το λόγο της αποσιώπησης του πιο ακανθώδους σημείου αμφισβήτησης της ασφάλειας της Θείας Λειτουργίας σχετικά με τον τρόπο διεξαγωγής του Μυστηρίου της Κοινωνίας των Αχράντων Μυστηρίων που εντοπίζεται στη συντέλεσή του με κοινό σκεύος χωρίς να θιγεί καν η δυνατότητα της διενέργειάς του με λαβίδα μίας χρήσης, πρακτική που εκτέθηκε ότι εφαρμόζεται από την Αρχιεπισκοπή Αμερικής, όπως αναπτύχθηκε στον αμέσως προηγηθέντα σχολιασμό μας. Πράγματι, εύλογα μπορεί να διερωτηθεί κανείς ποιο είναι τελικά το νόημα της ούτως ή άλλως εξαιρετικά περιορισμένης πρόσβασης για δύο μόλις ημέρες από τις συνολικά δώδεκα που διαρκεί η περίοδος του σημειωτέον κατά τα άλλα θρησκευτικού εορτασμού της χρονικής αυτής περιόδου των κατ’ ανώτατο όριο εννέα μόλις πιστών ανά Θεία Λειτουργία, εάν ένα από τα άτομα αυτά υπάρχει η ρεαλιστική πιθανότητα να μεταδώσει τον ιό κατά τη διαδικασία της Θείας Κοινωνίας λόγω της χρήσης κοινής λαβίδας; Το ζήτημα αυτό μοιάζει να έχει πια αναχθεί σε ένα αδικαιολόγητο ταμπού από την πολιτική και την εκκλησιαστική ηγεσία συγκριτικά με το μέγεθος που τίθεται σε διακινδύνευση, δηλαδή την προστασία της δημόσιας υγείας. Έτσι, η κοσμική εξουσία φαίνεται ότι λαμβάνει τα όποια μέτρα με κριτήριο όχι την προσφορότητά τους, αλλά τη δυνατότητα της σχετικά, κατά την αντίληψή της, αναίμακτης επιβολής τους ενώ η πνευματική φαίνεται, δυσανάλογα πάντως με το διακύβευμα, ανεκτική έναντι εκείνων των ιαχών, οι οποίες αγκιστρώνονται στην ιερότητα της χρήσης της κοινής λαβίδας αντί της ιερότητας της Θείας Κοινωνίας αυτής καθεαυτήν. Υπό αυτό το πρίσμα, καθίσταται επίκαιρος για ορισμένες φωνές ο λόγος του Ιησού Χριστού όταν αναφωνούσε «Ουαί υμίν, οδηγοί τυφλοί, οι λέγοντες· ος δ’ αν ομόση εν τω ναώ, ουδέν εστίν, ος δ’αν ομόση εν τω χρυσώ του ναού, οφείλει. Μωροί και τυφλοί! Τις γαρ μείζων εστίν, ο χρυσός ή ο ναός ο αγιάζων τον χρυσόν;» (Κατά Ματθαίον 23, 16-17) και αυτό στο βωμό της ικανοποίησης της βαθιά ανορθολογικής και αντιχριστιανικής απαίτησης για την παραγωγή θαυμάτων «α λα καρτ», κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση ενός από τους δύο ληστές, ο οποίος σταυρώθηκε μαζί με το Χριστό και ανερυθρίαστα ακόμη και εκείνη την ύστατη ώρα έλεγε στον Εσταυρωμένο «ει συ ει ο Χριστός, σώσον σεαυτόν και ημάς» (Κατά Λουκάν 23, 39). Με άλλα λόγια, γινόμαστε μάρτυρες μίας άνευ προηγουμένου «ειδωλοποίησης» της λαβίδας διότι είναι ένα πράγμα να επιδιώκεις θεμιτά να τηρείς το τυπικό της Εκκλησίας για να διαφυλάξεις την παράδοσή της και άλλο πράγμα να επιμένεις σε μία τρόπον τινά «θεοποίησή» της με επιχειρήματα αντιεπιστημονικά και αντιθεολογικά τη στιγμή που καταγράφονται εκατό νεκροί σχεδόν κάθε μέρα. Και ανεξάρτητα, όμως, από το θέμα της Θείας Κοινωνίας και για την ακρίβεια της διαδικασίας συντέλεσής της, διότι δεν αμφισβητείται ούτε από την πολιτεία ούτε από τους θρησκευόμενους τουλάχιστον πολίτες η ιερότητά της, που μένει ανέγγιχτη από κάθε δημόσιο διάλογο, εύλογα ερωτήματα υποκινεί και η παντελής απουσία, αν μη τι άλλο οδηγιών, σχετικά με τη συμπεριφορά εντός των Ιερών Ναών και κατά βάση αναφορικά με το ζήτημα του ασπασμού των εικόνων, ο οποίος θα έπρεπε με βάση τη γενική επιστημονική παραδοχή ότι ο κορωνοϊός μεταδίδεται μέσω των σταγονιδίων που εξέρχονται από τη στοματική κοιλότητα να απαγορευθεί, ούτως ώστε να επιτρέπεται αυστηρά αποκλειστικά η προσκύνησή τους. Πρόκειται για δύο κομβικές παραμέτρους που όχι μόνο ευλόγως αναμένονταν, αλλά επιπλέον και αναγκαίως επιβαλλόταν να ρυθμίζονται ρητά, ειδικά αυτή την τόσο κρίσιμη στιγμή της έξαρσης της πανδημίας και της απώλειας της δυνατότητας αποτελεσματικού ελέγχου της διασποράς της με αποτέλεσμα κατά συνέπεια το προαναγγελθέν μέτρο να καθίσταται προδήλως ακατάλληλο και για το λόγο αυτό.  

Με βάση τις παραπάνω επισημάνσεις, αποτιμώντας την προαναγγελθείσα ρύθμιση για τη λειτουργία ή καλύτερα την υπο-λειτουργία των Ιερών Ναών κατά τη διάρκεια του Αγίου Δωδεκαημέρου, προκύπτει εύλογα το συμπέρασμα ότι αυτή είναι κατά τρόπο οφθαλμοφανή άστοχη, δηλαδή ακατάλληλη για την αποτροπή της μετάδοσης του κορωνοϊού ενώ σε κάθε περίπτωση ενίοτε καθίσταται πάντως και μη αναγκαία για την επίτευξη του στόχου αυτού. Επιπλέον, υπογραμμίζεται ότι ενόψει και λόγω του κατά κανόνα προδήλως ελαχίστου επιτρεπόμενου κατ’ ανώτατο όριο αριθμού παρουσίας πιστών ανά εκκλησία και άρα Θεία Λειτουργία εξ ίσου προβληματικός από την άποψη της αναγκαιότητάς του παρίσταται και ο ασφυκτικός περιορισμός της ευχέρειας του εκκλησιασμού σε αποκλειστικά δύο ημέρες, κατά πλήρη παραγνώριση της ιερότητας για την Ορθόδοξη Χριστιανική Θρησκεία της παραμονής των Χριστουγέννων, της Δεύτερης Ημέρας των Χριστουγέννων, της παραμονής και της ημέρας του εορτασμού του Μεγάλου Βασιλείου, όπως επίσης και της παραμονής των Θεοφανίων και της ημέρας εορτασμού του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου την 7η Ιανουαρίου, όταν για παράδειγμα τα σούπερ μάρκετ λειτουργούν με τις γνωστές προδιαγραφές αδιάκοπτα καθ’ όλες τις εργάσιμες ημέρες ενώ το ίδιο ισχύει πια και για τα κομμωτήρια, τα βιβλιοπωλεία και τα καταστήματα εποχικών ειδών με αποτέλεσμα η παροχή της δήθεν δυνατότητας για λειτουργία των Ιερών Ορθοδόξων Ναών να καθίσταται ένας μαύρος αστεϊσμός, «black humor» αγγλιστί. Με άλλα λόγια, και αναφορικά με το ζήτημα αυτό παρατηρείται μία μείζονα αντίφαση στην ανομοιογενή αντιμετώπιση κοινωνικών δραστηριοτήτων που ευνοούν το συγχρωτισμό δια της εφαρμογής άλλων «μέτρων και σταθμών» χωρίς όμως μία τέτοια πρακτική να δικαιολογείται αντικειμενικά κατά τρόπο που να τίθεται έτσι εν εμφιβόλω η αναγκαιότητα της συρρικνωμένης λειτουργίας των Ιερών Ναών για μόλις δύο ημέρες· πολλώ δε μάλλον αν ειδικότερα ληφθεί υπόψη ότι οι Ιεροί Ναοί είναι κλειστοί για το κοινό εδώ και αρκετό καιρό ενώ από την εξαιρετικότητα του προαναγγελθέντος ανοίγματός τους δεν μπορεί να επιχειρηθεί μία πρόβλεψη αναφορικά με το κατά πόσο θα είναι προσβάσιμοι για το κοινό στο άμεσο μέλλον. Πρόκειται για μία προσέγγιση, η οποία σφαιρικά αποτιμώμενη αποκλείοντας τη συντριπτική πλειονότητα των πιστών από τη δυνατότητα συμμετοχής τους στη λατρευτική ζωή της Ορθόδοξης Χριστιανικής Θρησκείας σε μία κορυφαία για την τελευταία εορταστική περίοδο στην ουσία εξισώνεται με απαγόρευσή της. Για το λόγο αυτό, η προαναγγελθείσα ρύθμιση από πολιτειακή άποψη καθίσταται ασυμβίβαστη με την προστασία που επιφυλάσσεται συνταγματικά στην ελευθερία της λατρείας (άρθρ. 13 § 2 Συντ.) ενώ από θρησκευτική άποψη εκ του αποτελέσματος εκφυλίζει το Σώμα της Εκκλησίας, το οποίο είναι ανοικτό για όλους ανεξαιρέτως τους «πεινώντες και διψώντες την δικαιοσύνην» (Κατά Ματθαίον, 4, 6), σε μία ελιτίστικη πολυτέλεια για τους ολίγους, συνέπειες που αντιστρατεύονται τόσο τον υπέρτατο νόμο του κράτους όσο και το πνεύμα που διαπνέει τις ευαγγελικές παρακαταθήκες.  

Εν τω μεταξύ, επιβάλλεται οπωσδήποτε να επισημάνουμε ότι μετά την παράδοση του παραπάνω κειμένου προς δημοσίευση στο διαχειριστή της παρούσας ιστοσελίδας εκδόθηκε η σχετική υπ’ αρίθμ.Δ1α/ΓΠ.οικ.80189 ΚΥΑ (ΦΕΚ 5486/Β΄/12.12.2020) αναφορικά με τα «Έκτακτα μέτρα προστασίας της δημόσιας υγείας από τον κίνδυνο περαιτέρω διασποράς του κορωνοϊού COVID-19 στο σύνολο της Επικράτειας για το διάστημα από την Κυριακή 13 Δεκεμβρίου 2020 και ώρα 06:00 έως και την Πέμπτη  7 Ιανουαρίου 2021 και ώρα 6:00». Ωστόσο, με έκπληξη διαπιστώθηκε από την ανάγνωσή της ότι με αυτή προβλέπεται, με την απειλή διοικητικού προστίμου στον υπεύθυνο του χώρου λατρείας ή εν τη απουσία αυτού στον παριστάμενο θρησκευτικό λειτουργό ύψους χιλίων πεντακοσίων ευρώ (1.500€), υπό τους όρους του παραρτήματος ΙΙΙ, η «τέλεση λειτουργιών, λατρευτικών συνάξεων, ιεροπραξιών ή κάθε είδους θρησκευτικής τελετής αποκλειστικά και μόνο από θρησκευτικό/ούς λειτουργό/ούς και το αναγκαίο βοηθητικό προσωπικό χωρίς την παρουσία άλλων φυσικών προσώπων. Δεν επιτρέπεται η παρουσία φυσικών προσώπων, πλην των αναφερομένων στο προηγούμενο εδάφιο, στους χώρους λατρείας αυτής, κατά τη διάρκεια αυτής, καθώς και σε κάθε άλλη περίπτωση[8]» εκτός από τις κηδείες και τις σχετικές με αυτές θρησκευτικές λειτουργίες και λοιπές ιεροπραξίες και ταφικές εκδηλώσεις, στο πλαίσιο των οποίων επιτρέπεται η συμμετοχή μόνο του θρησκευτικού λειτουργού, έως εννέα (9) ατόμων και των προσώπων που επιμελούνται της ταφής. Με λίγα λόγια, προτού ο αλέκτωρ να λαλήσει η κυβέρνηση αθέτησε τη ρύθμιση που προανήγγειλε με τον πιο επίσημο τρόπο την 11η Δεκεμβρίου 2020 δια του στόματος του Κυβερνητικού Εκπροσώπου, κυρίου Στυλιανού Πέτσα[9], αναφορικά με την ούτως ή άλλως βέβαια καχεκτική δυνατότητα παρουσίας του κοινού στους Ιερούς Ναούς κατά τη διάρκεια των προσεχών θρησκευτικών εορτών, όπως μόλις περιεγράφηκε παραπάνω, όχι όμως για την αντικαταστήσει με μία συνταγματικά και θεολογικά συνεπέστερη, αλλά για να άρει κάθε ενδεχόμενο εκκλησιασμού των ορθόδοξων χριστιανών, δηλαδή με άλλα λόγια για να απαγορεύσει πλήρως τη συμμετοχή τους στις λατρευτικές εορταστικές τελετές. Επί αυτής της εξέλιξης, εν τάχει αρκούμαστε να υπογραμμίσουμε ότι εκτός από το γεγονός ότι η πολιτειακή πρακτική στο εξεταζόμενο θέμα με τον ερασιτεχνικό τρόπο που προκύπτει αβίαστα ότι μεθοδεύτηκε έρχεται για μία ακόμη φορά να επιβεβαιώσει την ακραία επιπολαιότητα, την επίμονη προχειρότητα και τις ανερμάτιστες παλινωδίες των οικείων ρυθμιστικών αρχών κατά τρόπο που να καλλιεργούν ένα κλίμα διαρκούς σύγχυσης, σύμπτωμα διαχειριστικής παρακμής που ασφαλώς κρίνεται πολιτικά, η σχετική κανονιστική ρύθμιση που προς το παρόν τουλάχιστον τελικά υιοθετήθηκε επιβάλλεται κατά μείζονα λόγο να θεωρηθεί, πέρα από αντιεκκλησιαστική, προεχόντως και «καραμπινάτα» πλέον αντισυνταγματική (άρθρ.13 § 2 Συντ.). Πέρα από το γεγονός ότι οι διαπιστώσεις που προηγήθηκαν παραπάνω ισχύουν κατά βάση και εν προκειμένω δεδομένου ότι από τη μία μεριά οι ήδη επισημανθείσες αντιφάσεις  a fortiori εντοπίζονται ξανά καθότι οι άλλες δραστηριότητες που προαναφέρονται μονάχα περιορίζονται τη στιγμή που η κρινόμενη αναφορικά με τη θρησκευτική λατρεία καταργείται ενώ από την άλλη μεριά η εκκρεμότητα με το θέμα της Θείας Κοινωνίας και του ασπασμού των εικόνων παραμένει διότι πάντως οι θρησκευτικές τελετές μπορούν να τελούνται «κεκλεισμένων των θυρών», επιπλέον με την ολοκληρωτική αναίρεση της συμμετοχής των πιστών στις θρησκευτικές τελετές καταλύεται και ο λεγόμενος «απαραβίαστος» πυρήνας του σχετικού δικαιώματος (άρθρ.13 § 2 Συντ.). Δηλαδή, εξαλείφεται το νομικό «minimum» της προστασίας του που ούτε επιτρέπεται ούτε και δικαιολογείται από το Σύνταγμα να αλωθεί για κανένα λόγο, λαμβανομένου υπόψη ότι η κατοχύρωσή του δεν επιτρέπεται να αρθεί ούτε καν στην περίπτωση της κήρυξης «κατάστασης πολιορκίας» με βάση το άρθρο 48 Συντ. Επομένως, σύμφωνα με όλα τα προαναφερθέντα, πρόκειται για ένα διοικητικό μέτρο που επιβάλλοντας γενική και καθολική απαγόρευση της άσκησης της ελευθερίας της θρησκευτικής λατρείας, είναι εξ ορισμού και εκ των πραγμάτων δυσανάλογο ενώ σε κάθε περίπτωση με το ολοκληρωτικά καταργητικό αποτέλεσμα που επισύρει νομικά αναιρεί ανεπίτρεπτα τη συνταγματική περιχαράκωση της θρησκευτικής λατρείας (άρθρ.13 § 2 Συντ.) και θεολογικά περιφρονεί πλήρως την ανοικτότητα της Χριστιανικής Ορθόδοξης Θρησκείας.    

Η ΚΥΑ Αριθμ. Δ1α/ΓΠ.οικ. 80189 /12.12.2020 είναι διαθέσιμη εδώ

Σημ.: Το άρθρο είχε ολοκληρωθεί πριν από τη δημοσίευση της υπ' αρίθμ.Δ1α/ΓΠ.οικ.80189/2020 ΚΥΑ (ΦΕΚ 5486/Β΄/12.12.2020) και γι' αυτό επικαιροποιήθηκε διατηρώντας όσο ήταν δυνατόν την αρχική του μορφή.

*Η Ευλαμπία Τσολάκη είναι Δικηγόρος Θεσσαλονίκης ΜΔΕ Αστικού, Αστικού Δικονομικού και Εργατικού δικαίου της Νομικής Σχολής ΑΠΘ LL.M. in Transnational and European Commercial Law, Mediation, Arbitration and Energy Law of International Hellenic University (IHU) & Υποψήφια Διδάκτωρ Εργατικού Δικαίου της Νομικής Σχολής του ΑΠΘ.

Δείτε την αρθρογραφία της Ευλαμπίας Τσολάκη εδώ


[1] Βλ. για το ακριβές περιεχόμενο της από 11.12.2020 κυβερνητικής ανακοίνωσης, όπως αποτυπώθηκε στον ηλεκτρονικό τύπο αυθημερόν ενδεικτικά σε https://www.real.g r/ p o l i tiki/arthro/anoi goun_ti_deutera_ kommotiria_ kai_bibliopoleia_me_c lick_awau_to_lianem po rio_ti_a n a koinosan_ petsas_georgiadis-696034/ (τελευταία πρόσβαση την 12.12.2020 την 13.45μ.μ.)· https:// www.cnn. gr/ellada/ story /246441/xristoygenna-2020-anoixtes-ekklisies-animera-xristoygennon -kai-foton (τελευταία πρόσβαση την 13.12.2020 την 14.15μ.μ.)· https://www.ethnos.gr/ekklisia /136 95 4_koronoios-ekklisies-anoihtes-me-periorismoys-mono-hristoyge nna-kai-fota (τελευταία πρόσβαση την 13.12.2020 την 14.20μ.μ.)· https://www.tovima.gr/2020/12/11/society/ekklisies-pos-tha-leitourgi soun-ta-xristoug enna-kai-ta-fota/ (τελευταία πρόσβαση την 13.12.2020 την 14.20 μ.μ.).

[2] Η εκκλησία της Ελλάδος, οι πιστοί και το Μυστήριο της Θείας κοινωνίας την εποχή της πανδημίας του κορωνοϊού, σε http://www.legalnews24.gr/2020/12/blog-post_36.html (τελευταία πρόσβαση την 12.12.2020 13.50μ.μ.).

[3] Πρόκειται για προσθήκη που τέθηκε με την Αναθεώρηση του 2001 από την Ζ΄ Αναθεωρητική Βουλή των Ελλήνων.

[4] Βλ. ΚΥΑ Δ1α/ΓΠ.οικ.78363/2020 (ΦΕΚ 5350/Β΄/05.12.2020) για την περίοδο από την 7η έως και την 14η Δεκεμβρίου 2020.

[5] Βλ. ΚΥΑ Δ1α/ΓΠ.οικ.80189 (ΦΕΚ 5486/Β΄/12.12.2020) για την περίοδο από την 13η Δεκεμβρίου 2020 έως και την 7η Ιανουαρίου 2021.

[6] Συγκεκριμένα από την 13η Δεκεμβρίου 2020 έως την 7η Ιανουαρίου 2021.

[7] Στις λαϊκές αγορές, συμπεριλαμβανομένων των βιολογικών αγορών, ισχύει: α) Υποχρεωτική επέκταση χώρου αγορών ή λειτουργία παράλληλων αγορών. Σε περίπτωση μη τεχνικής δυνατότητας επέκτασης του χώρου αγορών ή λειτουργίας παράλληλων αγορών, δραστηριοποιείται το πενήντα τοις εκατό (50%) των κλάδων παραγωγών/εμπόρων, β) Πενήντα τοις εκατό (50%) των θέσεων των παραγωγών/εμπόρων με πέντε μέτρα (5μ.) απόσταση μεταξύ πάγκων σε κάθε αγορά (κύρια και παράλληλη), γ) Απόσταση ενάμιση μέτρου (1,5μ.) μεταξύ των ατόμων.

[8] Η έμβαση προστέθηκε από τη συντάκτρια του παρόντος σχολίου.

[9] Βλ. στο 02.00΄λεπτό το σχετικό βίντεο της ενημέρωσης των πολιτικών συντακτών από τον Κυβερνητικό Εκπρόσωπο, κύριο Στυλιανό Πέτσα, την 11.12.2020 σε https://www.youtube.com/watch?v = K O YOZEy1x_U (τελευταία πρόσβαση την 13.12.2020 την 15.15μ.μ.).

Σχόλια