Η αποποίηση της κληρονομίας που επάγεται σε ανήλικο


του Ηρακλή Μουράβα, δικηγόρου
Με την εμφάνιση της οικονομικής κρίσης ο κανόνας της αποδοχής των κληρονομιών, στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων, ανετράπη. Η μείωση των εισοδημάτων, η επιβολή φόρων και τελών στην ακίνητη περιουσία λ.χ ΕΝΦΙΑ, η αύξηση των άμεσων και έμμεσων φόρων, η αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών και η αδυναμία αποπληρωμής δανείων που είχαν συναφθεί σε καθεστώς ευνοϊκών οικονομικών συνθηκών συσσώρευσαν δυσβάστακτα χρέη στα περισσότερα νοικοκυριά.
Παράλληλα, η αξία των ακινήτων, τα οποία αντιπροσώπευαν στην Ελλάδα το σημαντικότερο περιουσιακό στοιχείο μιας κληρονομίας, μειώθηκε αισθητά, ενώ ο φόρος κληρονομιών υπολογίζεται επί μιας πλασματικής αξίας, της λεγόμενης αντικειμενικής, η οποία υπερβαίνει κατά πολύ την αγοραία. Ο λόγος αυτός σε συνδυασμό με την έλλειψη ρευστότητας και την αδυναμία πολλές φορές να εκποιηθεί ένα κληρονομιαίο περιουσιακό στοιχείο, έχει ως συνέπεια σε πολλές περιπτώσεις η αποδοχή της κληρονομίας να καθίσταται ασύμφορη και οι κληρονόμοι να σπεύδουν να την αποποιηθούν.[1]
Ως αποποίηση ορίζεται η δήλωση βουλήσεως του προσώπου στο οποίο έχει επαχθεί η κληρονομία, του προσωρινού κληρονόμου, ότι δεν θέλει να γίνει οριστικός, ότι δηλαδή δεν δέχεται την κληρονομία που του έχει επαχθεί.
Η αποποίηση είναι μονομερής δήλωση, μη απευθυντέα, παρ’ ότι γίνεται με σύμπραξη της αρχής και ειδικότερα με δήλωση ενώπιον του Γραμματέα του Ειρηνοδικείου. Δεν απευθύνεται προς το γραμματέα αλλά γίνεται μπροστά σε αυτόν. Λόγω όμως του συγκεκριμένου τρόπου αποποίησης που προβλέπει ο νόμος και για το αντίθετο υπάρχει ποινή ακυρότητας, η δήλωση αποποίησης χαρακτηρίζεται τυπική δικαιοπραξία.
Η διάταξη  του άρθρου 1847 του Αστικού Κώδικα ορίζει την προθεσμία αυτή σε τέσσερεις (4) μήνες, με χρόνο έναρξης την γνώση της επαγωγής και του λόγου αυτής, ο οποίος στην εκ διαθήκης διαδοχή δεν μπορεί να προηγείται του χρόνου δημοσίευσης της διαθήκης. Αν ο κληρονομούμενος είχε την τελευταία κατοικία του στο εξωτερικό ή ο κληρονόμος έμαθε την επαγωγή, όταν διέμενε στο εξωτερικό, η προθεσμία επεκτείνεται στο ένα έτος.[2] Οι παραπάνω κανόνες τις αποποίησης που ισχύουν για τους ενηλίκους κληρονόμους είναι μια εύκολη, μη χρονοβόρα και χωρίς ιδιαίτερο κόστος διαδικασία. Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο με τους ανήλικους κληρονόμους.
Η αποποίηση κληρονομίας που επάγεται σε ανήλικο του οποίου έχουν την επιμέλεια οι γονείς, είναι μια δικαιοπραξία τουλάχιστον εξωτερικά δυσμενής για τον ανήλικο και είναι μια από τις δικαιοπραξίες που σύμφωνα με τα άρθρα 1510-1511, 1526-1528 Α.Κ σε συνδυασμό με το άρθρο 1625παρ 1 Α.Κ. είναι άκυρες αν οι γονείς δεν λάβουν άδεια από το δικαστήριο πριν προβούν στις παραπάνω δικαιοπραξίες που εμπεριέχουν βάρος για τον ανήλικο. Έτσι οι γονείς για να αποποιηθούν για λογαριασμό των ανήλικων τέκνων τους την κληρονομιά θα πρέπει με αίτηση προς το δικαστήριο να αποδείξουν ότι υπάρχει αναπόφευκτη ανάγκη ή προφανής ωφέλεια για τον ανήλικο προκειμένου να αποποιηθεί και αυτές τις δύο προϋποθέσεις είναι υποχρεωμένο το δικαστήριο να τις εξετάσει πριν δώσει την άδεια. Θα πρέπει συνεπώς οι γονείς να αποδείξουν με έγγραφα στο δικαστήριο ότι το παθητικό της κληρονομιάς ξεπερνάει το ενεργητικό της. Λ.χ έγγραφα που αποδεικνύουν χρέη είτε προς το δημόσιο είτε προς τις τράπεζες του κληρονομούμενου, βάρη στην ακίνητη περιουσία, πχ εγγραφές προσημείωσης υποθήκης, κατασχέσεις κτλ. Επίσης αποδεικνύεται η μη  συμφέρουσα αποδοχή της κληρονομιάς από τον ανήλικο με έγγραφα, που αποδεικνύουν ότι το υπάρχον ενεργητικό της περιουσίας του κληρονομούμενου δεν έχει σημαντική αξία όταν π.χ πρόκειται για αγροτική έκταση βοσκότοπου με χαμηλή αντικειμενική αξία ή για μερίδιο ακινήτου εξ’ αδιαιρέτου με πολύ μικρό ποσοστό ιδιοκτησίας του κληρονομούμενου ή όταν αποδεικνύεται ότι δεν υπάρχουν στην κληρονομιά καθόλου ακίνητα παρά μόνο κινητά χαμηλής αξίας.
Η αίτηση για την έκδοση της ανωτέρω απόφασης κατατίθεται από τους γονείς του ανηλίκου στη γραμματεία του κατά τόπον αρμόδιου Ειρηνοδικείου, που είναι το Ειρηνοδικείο στην περιφέρεια του οποίου κατοικεί ο ανήλικος, το οποίο συνεδριάζει με τη διαδικασία της εκουσίας δικαιοδοσίας. Η σχετική αίτηση κοινοποιείται και στον Εισαγγελέα Πρωτοδικών της περιφέρειας του δικαστηρίου (748παρ2 και 4 Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας).[3] Ως κατοικία θεωρείται, άλλωστε, ο τόπος της κύριας και μόνιμης εγκατάστασης του προσώπου (άρθρο 51 ΑΚ). Ο ανήλικος που τελεί υπό γονική μέριμνα έχει κατοικία την κατοικία των γονέων του ή του γονέα που ασκεί μόνος του τη γονική μέριμνα (άρθρο 56 παρ. 1 εδ. α΄ ΑΚ). Όταν ο κληρονομούμενος αποβιώσει χωρίς να έχει συντάξει διαθήκη απαιτείται να κατατεθούν και άλλα έγγραφα από τους αιτούντες γονείς ,με τις προτάσεις στη συζήτηση της αίτησης, όπως πιστοποιητικά μη δημοσίευσης διαθήκης από τα αρμόδια δικαστήρια (Ειρηνοδικείο της περιφέρειας τελευταίας κατοικίας του κληρονομούμενου και Ειρηνοδικείο Αθηνών για όλη την επικράτεια), πιστοποιητικό πλησιεστέρων συγγενών.
Για το παραδεκτό της συζήτησης της αιτήσεως που κατατίθεται από τους γονείς, αντίγραφο αυτής πρέπει να επιδοθεί στον Εισαγγελέα Πρωτοδικών της ιδίας περιφέρειας στην οποία ανήκει και το Ειρηνοδικείο, στο οποίο κατατέθηκε η αίτηση. Η επίδοση θα πρέπει να γίνει εντός της προθεσμίας που θα τάξει το Ειρηνοδικείο και αναγράφεται στο φύλλο της πράξης ορισμού δικασίμου, που επισυνάφθηκε στο τέλος της αίτησης. Όταν εκδοθεί η απόφαση στην οποία θα δίνεται η άδεια από τον Ειρηνοδίκη προκειμένου οι γονείς να αποποιηθούν την κληρονομία για λογαριασμό του ανηλίκου τέκνου, τότε οι αιτούντες γονείς, εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας, απευθύνονται στο Γραμματέα του Ειρηνοδικείου και με δήλωση αποποιούνται για λογαριασμό του ανήλικου/ανήλικων τέκνων τους.
Ιδιαίτερα σημαντικό είναι το ζήτημα της προθεσμίας εντός της οποίας θα πρέπει να λάβει χώρα η αποποίηση. Ειδικότερα, σύμφωνα με τον νόμο, ο κληρονόμος μπορεί και πρέπει επί ποινή ακυρότητας να αποποιηθεί την κληρονομία μέσα σε αποκλειστική προθεσμία τεσσάρων μηνών που αρχίζει από τότε που έμαθε την επαγωγή και το λόγο αυτής. Στην επαγωγή από διαθήκη η τετράμηνη προθεσμία αρχίζει μετά τη δημοσίευση της διαθήκης. Εξαίρεση από την τετράμηνη προθεσμία εισάγεται σε δύο περιπτώσεις, στις οποίες η προθεσμία είναι ενός έτους. Η πρώτη εξαίρεση συντρέχει αν ο κληρονομούμενος είχε την τελευταία του κατοικία στο εξωτερικό, ενώ η δεύτερη εάν ο κληρονόμος έμαθε την επαγωγή όταν διέμενε στο εξωτερικό.
Ειδικότερα, εάν η κληρονομία επάγεται σε πρόσωπο ανίκανο για δικαιοπραξία, η γνώση της επαγωγής και του λόγου της ελέγχεται στο πρόσωπο του νόμιμου αντιπροσώπου. Έτσι, αναφορικά με τον ανήλικο που βρίσκεται υπό γονική μέριμνα το στοιχείο της γνώσης, προκειμένου να αρχίσει να τρέχει η αποκλειστική προθεσμία της αποποίησης, κρίνεται από το πρόσωπο του γονέα που την ασκεί. Δηλαδή, η τετράμηνη προθεσμία ξεκινά από τότε που οι γονείς του ανήλικου έμαθαν ότι το τέκνο τους κατέστη κληρονόμος.
Άλλωστε, σύμφωνα με το άρθρο 1847 παρ. 3 του Αστικού Κώδικα, η προθεσμία αποποίησης αναστέλλεται για όσους λόγους αναστέλλεται και η παραγραφή. Γίνεται, στο πλαίσιο αυτό, δεκτό ότι αποτελεί λόγο ανώτερης βίας, που αναστέλλει τη συμπλήρωση της προθεσμίας αποποίησης ο χρόνος από τότε που ο νόμιμος αντιπρόσωπος του ανικάνου κληρονόμου εμπρόθεσμα υπέβαλε στο δικαστήριο την αίτηση να του παρασχεθεί άδεια για αποποίηση. Δηλαδή το εμπρόθεσμο κρίνεται με βάση την ημερομηνία της κατάθεσης της αίτησης και όχι την ημερομηνία του προσδιορισμού της συζήτησης που μπορεί να οριστεί μετά την παρέλευση του τετραμήνου .
Αν εντός της προθεσμίας προς αποποίηση δεν υποβληθεί η σχετική αίτηση από τους γονείς, η παρέλευσή της συνεπάγεται πλασματική κτήση (αποδοχή) της κληρονομίας σε βάρος του ανηλίκου, έστω και αν ο ανήλικος κληρονομεί με το ευεργέτημα της απογραφής, υποχρεούμενος εντός έτους από της ενηλικιώσεώς του να συντάξει την απογραφή ώστε να μην εκπέσει αυτού.     Ωστόσο, όπως αναφέρθηκε η αποδοχή αυτή της κληρονομιάς είναι  πλασματική, εφόσον δεν οφείλεται πραγματικά στη βούληση του ανηλίκου να γίνει κληρονόμος, αλλά σε έκπτωση από το δικαίωμα αποποίησης, λόγω παρέλευσης της τετράμηνης προθεσμίας. Στην περίπτωση αυτή, έστω και εκ των υστέρων, υπάρχει η δυνατότητα ακύρωσης της αποδοχής κληρονομιάς του ανηλίκου, αλλά μόνο εφόσον αποδειχθεί ότι η παρέλευση άπρακτης της τετράμηνης προθεσμίας οφείλεται σε ουσιώδη πλάνη των γονέων του. H πλάνη είναι ουσιώδης όταν αναφέρεται σε σημείο τόσο σπουδαίο για την όλη δικαιοπραξία, ώστε, αν το πρόσωπο γνώριζε την πραγματική κατάσταση, δεν θα επιχειρούσε την δικαιοπραξία. Περιπτώσεις ουσιώδους πλάνης αποτελούν:
α. εάν ο γονέας από, από εσφαλμένη πληροφόρηση πίστευε ότι το ανήλικο τέκνο μπορεί να προβεί σε αποποίηση κληρονομιάς μόνο του, όταν γίνει 18 ετών και δεν κληρονομεί μέχρι τότε, επειδή είναι ανήλικο,
β. εάν νόμιζε ότι η τετράμηνη προθεσμία δεν τρέχει για λογαριασμό του ανήλικου τέκνου, μέχρι αυτό να γίνει δεκαοκτώ ετών.
γ. εάν αγνοούσε παντελώς την ύπαρξη προθεσμίας για την αποποίηση της κληρονομιάς.
Αντιθέτως, δεν θεωρείται ουσιώδης η πλάνη σχετικά με το ενεργητικό και το παθητικό της κληρονομίας.
*ο Ηρακλής Μουραβας είναι δικηγόρος Βόλου,  Μ.Δ.Ε. Αστικού & Εμπορικού Δικαίου 

[1] Βλ. Βαθής –Η αποποίηση κληρονομιάς υπό το πρίσμα της οικονομικής κρίσης , Π.Ν Σάκκουλας 2018, σελ 18
[2] Βλ. Ψούνη Κληρονομικό Δίκαιο, Ε΄έκδοση τόμος 1, Σάκκουλας Αθήνα- Θεσ-νίκη 2016, σελ 200επ
[3] Βλ. Βαθής –Η αποποίηση κληρονομιάς υπό το πρίσμα της οικονομικής κρίσης , Π.Ν Σάκκουλας 2018, σελ 51.

Σχόλια