Η Κοινωνική Συνεταιριστική επιχείρηση ως Αστικός Συνεταιρισμός μέσα από το πρίσμα της μαρξιστικής θεωρίας στην εποχή της παγκοσμιοποίησης της καπιταλιστικής οικονομίας
Του Αλέξανδρου Κριτσίκη, Δικηγόρου
Ο συνεταιρισμός ως κοινωνικό φαινόμενο παρουσιάστηκε ταυτόχρονα με την εμφάνιση των πρώτων καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής, ενώ ως θεσμός εξελίχθηκε παράλληλα με την ανάπτυξη με την πορεία της εξέλιξης και της ανάπτυξης του καπιταλισμού.
Γεννήθηκε λόγω της αναγκαιότητας να αντιμετωπισθεί η εκμετάλλευση των εργαζομένων στον καπιταλισμό συνιστώντας ένα μέσο άμυνας και αντιμετώπισης της εκμετάλλευσης αυτής. Χρησιμοποιήθηκε από βιοτέχνες, επαγγελματίες, αγρότες και άλλους εργαζόμενους με σκοπό την βελτίωση της οικονομικής και κοινωνικής κατάστασης τους και την οικονομική «ανακούφιση» τους. Ως φαινόμενο του καπιταλισμού το συνεταιριστικό κίνημα υπόκειται σε όλους τους νόμους εξέλιξης της καπιταλιστικής κοινωνίας, ξεκίνησε από τις ανάγκες των εργατών και συνδέθηκε με την πάλη του προλεταριάτου για το μετασχηματισμό της καπιταλιστικής κοινωνίας σε σοσιαλιστική[1].
Ο συνεργατισμός/συνεταιρισμός αποτέλεσε την εξειδικευμένη μορφή της ιδέας και πρακτικής της συνεργασίας[2]. Με την κατάργηση των συντεχνιών, την ανάπτυξη του καπιταλισμού και τη χρησιμοποίηση των μηχανικών μέσων στην παραγωγή των αγαθών, η παραγωγή καθορίστηκε σε μεγάλο βαθμό από τον νέο συντελεστή παραγωγής, το κεφάλαιο με αποτέλεσμα οι κάτοχοι του τελευταίου να γίνουν ρυθμιστές της οικονομικής διαδικασίας προς το συμφέρον τους. Η κατάργηση της φεουδαρχίας και των συντεχνιών απελευθέρωσε μεν τον αγροτικό και εργατικό πληθυσμό από την εξάρτηση και την εκμετάλλευση των μεγαλοϊδιοκτητών της γης και των συντεχνιών, αλλά δεν έλυσε το κοινωνικό πρόβλημα[3]. Οι νέες δομές στο χώρο της οικονομίας είχαν δυσμενείς συνέπειες για μεγάλα τμήματα του πληθυσμού. Συγκεκριμένα, τα ανίσχυρα οικονομικά κοινωνικά στρώματα, εργάτες, αγρότες, βιοτέχνες, όχι μόνο δεν βελτίωσαν τη θέση τους, αντιθέτως περιθωριοποιήθηκαν κοινωνικά και οικονομικά[4]. Ο νέος τρόπος παραγωγής προκάλεσε σκληρές συνθήκες ανταγωνισμού, που έφερε τους οικονομικά ανίσχυρους σε δυσμενή θέση, διότι δεν μπορούσαν έλλειψη κεφαλαίων να προμηθευτούν τα νέα μέσα παραγωγής[5]. Η δυσμενής οικονομική θέση των κυριαρχούμενων κοινωνικών στρωμάτων είχε συνέπειες στο σύνολο της κοινωνικής τους παρουσίας (πχ υγεία, παιδεία)[6].
Οι νέες κοινωνικές συνθήκες ιδίως στις χώρες, που γνώρισαν τη βιομηχανική ολοκλήρωση όπως την Αγγλία, τη Γαλλία και τη Γερμανία προκάλεσαν προβληματισμούς για την αντιμετώπιση των νέων κοινωνικών ζητημάτων, όπως π.χ την οικονομική καχεξία, την ανεργία, τις χαμηλές αμοιβές και τις άθλιες πολλές φορές συνθήκες εργασίας, διατροφής και κατοικίας, που επικρατούσαν κατά τον 19ο αιώνα στη Δυτική Ευρώπη[7]. O καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής όχι μόνο δημιούργησε καινούργιες μορφές εκμετάλλευσης, αλλά οδήγησε στην αποδυνάμωση και περιθωριοποίηση των εργαζομένων, των βιοτεχνών και των μικροκαλλιεργητών εμποδίζοντας τις ασθενέστερες κοινωνικές ομάδες να προσαρμοστούν στις μεταβαλλόμενες οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες[8].
Κατά την περίοδο αυτή εμφανίστηκαν οι ουτοπιστές σοσιαλιστές, οι οποίοι υποστήριξαν, πως η αστική κοινωνία ως αποτέλεσμα του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, υπήρξε δομικά ανεπαρκής σε σχέση με την κοινωνία που αντικατέστησε[9]. Άσκησαν έντονη κριτική στο νέο οικονομικό σύστημα για την πρόκληση έντονων κοινωνικών ανισοτήτων και υποστήριξαν, ότι η δυνατότητα αντιμετώπισης του κοινωνικού προβλήματος μπορεί να γίνει με βασικό μοχλό τον συνεταιρισμό[10]. Διαπίστωσαν πως τα δεινά της αστικής κοινωνίας οφείλονται στο καθεστώς της ατομικής ιδιοκτησίας με συνέπεια οτιδήποτε πρότειναν να είχε ως βάση την άρνηση της ατομικής ιδιοκτησίας[11].
Οι σπουδαιότεροι εξ αυτών όπως ο Saint Simon, ο Fourier και ο Owen επηρεάστηκαν από την ορθολογιστική σκέψη του Διαφωτισμού, που κορυφώθηκε στη Γαλλική Επανάσταση, ενώ τους έγινε κριτική για το ότι οι θεωρίες τους πηγάζουν περισσότερο από ένα ιδεατό σύστημα παρά από την οικονομική πραγματικότητα[12]. Όλοι αυτοί εξέφρασαν την απογοήτευση τους λόγω των πολιτικών και κοινωνικών θεσμών, που προέκυψαν από την επανάσταση, ενώ ο σοσιαλισμός για αυτούς δήλωνε την έκφραση της απόλυτης αλήθειας, της λογικής και της δικαιοσύνης[13].O Saint Simon, o Owen και ο Fourier, που υπήρξαν οι βασικοί θεμελιωτές του σοσιαλισμού[14], διότι υποστήριξαν τη δυνατότητα πραγμάτωσης μιας δίκαιης συνολικής δομής εφόσον εξασφαλισθεί μια δίκαιη τακτοποίηση των επιμέρους στοιχείων, που τη συνθέτουν[15]. Αντίθετα, από την ριζοσπαστική δημοκρατία ή τη μελλοντική σοσιαλδημοκρατική παράδοση ο ουτοπικός σοσιαλισμός αποτέλεσε μια μορφή υποχώρησης από την κρατικά προσανατολισμένη σκέψη σε ζητήματα αναφορικά με τη δημοκρατία[16].
Οι θεμελιωτές της μαρξιστικής θεωρίας Κ. Μάρξ και Φ. Ένγκελς αναγνώρισαν τη θετική ωφελιμότητα του συνεταιρισμού και ιδιαίτερα τις ουτοπιστικές σοσιαλιστικές ιδέες του Σαίν-Σιμόν, του Φουριέ και του Όουεν επισημαίνοντας, πως «…παρόλη την ουτοπία τους ανήκουν στα σημαντικότερα κεφάλια όλων των εποχών και που με μεγαλοφυΐα πρόβλεψαν άπειρα πράγματα»[17]. Ωστόσο, οι θεμελιωτές του επιστημονικού σοσιαλισμού επέκριναν τους ουτοπιστές σοσιαλιστές για το γεγονός, πως από το 1850 και έκτοτε καλλιεργούσαν επίμονα αυταπάτες στις εργατικές μάζες και έκαναν λόγο για δήθεν μετασχηματισμό του καπιταλιστικού συστήματος σε σοσιαλιστικό παραγνωρίζοντας πως «η ιστορία όλων των κοινωνιών είναι ιστορία ταξικών αγώνων»[18]. Οι θεμελιωτές του μαρξισμού άσκησαν δριμεία κριτική στους ουτοπιστές σοσιαλιστές θεωρώντας τα σχέδια τους φανταστικά και κατέκριναν το γεγονός, πως ονειρεύονταν έναν ειρηνικό μετασχηματισμό της κοινωνίας, ο οποίος, όμως, ήταν ανέφικτος χωρίς τη ταξική πάλη για την ανατροπή της κυριαρχίας της τάξης των εκμεταλλευτών[19]. Οι συνεταιρισμοί για το Λένιν επί της ουσίας δεν συνιστούσαν οργανώσεις πάλης ενάντια στο κεφάλαιο και ούτε μπορούσαν να μετατρέψουν το καπιταλιστικό καθεστώς σε σοσιαλιστικό. Αντίθετα, λειτουργούσαν ως καθαρά εμπορικοί οργανισμοί και άτυπα ως αστικές μετοχικές εταιρίες, που μπορούσαν, όμως, να συμβάλουν συνειδητά στην ταξική πάλη[20].
Στο καπιταλισμό, μη καπιταλιστικές οικονομικές μορφές όπως η αυτοαπασχόληση, η οικογενειακή επιχείρηση, ο συνεταιρισμός κλπ. λειτουργούν συμπληρωματικά και όχι ανταγωνιστικά προς τον κυρίαρχο καπιταλιστικό πυρήνα του συστήματος. Ο Μαρξ, επομένως, είναι υπέρμαχος της οικονομίας των «ελεύθερα συνεταιρισμένων παραγωγών», η οποία όμως μπορεί να επικρατήσει μετά την ανατροπή της καπιταλιστικής εξουσίας και του αστικού κράτους, ενώ ήταν ενάντια σε κάθε μορφή κρατικής ενίσχυσης των συνεταιρισμών. Στο ερώτημα εάν οι εργατικοί συνεταιρισμοί συνιστούν τη βάση μιας εναλλακτικής κοινωνίας, η απάντηση προφανώς είναι θετική, αφού τεθεί σε εφαρμογή ένα εναλλακτικό, μη καπιταλιστικό σύστημα και όχι προτού τεθεί σε ισχύ[21].
Παράλληλα, λοιπόν, με την μαρξιστική θεωρία διαμορφώθηκε ένα διαφορετικό θεωρητικό ρεύμα, ο συνεταιρισμός. Αποτέλεσε ένα εργαλείο βελτίωσης της θέσης των ασθενέστερων κοινωνικών τάξεων. Διέφερε, όμως, από τον μαρξισμό γιατί δεν επιδιώκε την ανατροπή του υπάρχοντος συστήματος μέσω της κοινωνικής επανάστασης, η οποία θα επέφερε την κατάργηση των μέσων παραγωγής, την κατάλυση των κοινωνικών τάξεων και την συγκρότηση μιας κοινωνίας ελεύθερων συνεταιρισμένων ατόμων[22], αλλά αντιθέτως συμβάλει στη διατήρηση του[23]. Την περίοδο λοιπόν εκείνη διατυπώθηκαν δύο θεωρίες με σκοπό την κριτική του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής και την αντικατάσταση του. Αφενός η μαρξιστική θεωρία, που υποστήριξε την κατάργηση του και την αντικατάσταση του με το σύστημα της κρατικής οικονομίας και αφετέρου η συνεταιριστική, η οποία υποστήριξε πως η συνεταιριστική οργάνωση θα επέλυε το κοινωνικό πρόβλημα των οικονομικά ανίσχυρων σε μία καπιταλιστική κοινωνία[24]. Το φαινόμενο λοιπόν του συνεταιρισμού σύγχρονης μορφής εμφανίστηκε κατά το πρώτο μισό του 19ου αιώνα, όπου είχε αρχίσει να καθίσταται φανερή η επίδραση των αρνητικών επιπτώσεων του καπιταλιστικού συστήματος στη ζωή των εργαζομένων και στη λειτουργία της οικονομίας[25].Ο συνεταιρισμός εμφανίστηκε ως απάντηση στο οξύτατο κοινωνικό πρόβλημα, που δημιούργησαν οι καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής[26]. Σκόπευε δηλαδή στην καταπολέμηση των ανισοτήτων, της κατάχρησης της δύναμης του κεφαλαίου, της εκμετάλλευσης των αδυνάτων από τους ισχυρούς[27].
Ως ειδική μορφή του αστικού συνεταιρισμού[28] προβλέφθηκε στον νόμο η μορφή της Κοινωνικής Συνεταιριστικής Επιχείρηση (Κοιν.Σ.Επ) σύμφωνα με το άρθρο 14 του ν. 4430/2016[29]. Σκοπός της Κοινωνικής Συνεταιριστικής Επιχείρησης είναι η συλλογική ωφέλεια[30] και κοινωνική ωφέλεια[31], η από κοινού εξυπηρέτηση των αναγκών των μελών της μέσα από τη δημιουργία ισότιμων σχέσεων παραγωγής, η δημιουργία θέσεων σταθερής και αξιοπρεπούς εργασίας, η εξυπηρέτηση κοινωνικών αναγκών τοπικού ή ευρύτερου χαρακτήρα με την αξιοποίηση της κοινωνικής καινοτομίας, μέσα από δραστηριότητες «βιώσιμης ανάπτυξης», παροχής «κοινωνικών υπηρεσιών γενικού ενδιαφέροντος» ή παροχής υπηρεσιών ένταξης ευάλωτων ή ειδικών ομάδων, όπως αυτές οι ομάδες προσδιορίζονται αναλυτικά στα άρθρα 2 και 14 του ν. 4430/2016.
Σύμφωνα με σχετική γνωμοδότηση «Από τις διατάξεις του ν. 4430/2016 συνάγεται, ότι η Κοινωνική Συνεταιριστική Επιχείρηση συνιστά νομική μορφή οργάνωσης με ιδιότυπο χαρακτήρα, διότι η οικονομική της δράση δεν αποβλέπει στην εκμετάλλευση τρίτων με τη μεγιστοποίηση των κερδών, αλλά κυρίως στην προάσπιση των μελών της και στην συλλογική και κοινωνική ωφέλεια. Το γεγονός ότι ταυτόχρονα με την κτήση νομικής προσωπικότητας αποκτά την εμπορική ιδιότητα κατά το τυπικό σύστημα (άρθρο 15 παρ. 1 του ν. 4430/2016) με τη κτήση νομική προσωπικότητας, της εξασφαλίζει τη συμμετοχή της στη συναλλακτική ζωή με τα πλεονεκτήματα που έχουν οι μετέχοντες σε αυτήν έμποροι, αλλά δεν εξομοιώνει την Κοινωνική Συνεταιριστική Επιχείρηση με την κερδοσκοπική εμπορική εταιρεία[32]».
Από τη διάταξη του άρθρου 14 του ν. 4430/2016 προκύπτει, ότι τα στοιχεία που συνθέτουν την έννοια της Κοινωνικής Συνεταιριστικής Επιχείρησης (Κοιν.Σ.Επ.) είναι:
α. Η ελεύθερη συμμετοχή. Η Κοινωνική Συνεταιριστική Επιχείρηση είναι εθελοντική ένωση προσώπων. Είναι νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου και έχει εμπορική ιδιότητα.
β. Ο σκοπός. Σύμφωνα με το άρθρο 14 παρ. 1 του ν. 4430/2016 καταστατικό σκοπό της Κοιν.Σ.Επ αποτελεί η συλλογική και κοινωνική ωφέλεια με τη δημιουργία θέσεων εργασίας και την κοινωνική ένταξη ευάλωτων ομάδων, τη κάλυψη κοινωνικών αναγκών, με την ενίσχυση της κοινωνικής και αλληλέγγυας επιχειρηματικότητας και την κοινωνικής καινοτομίας και την ενίσχυση της τοπικής ανάπτυξης και της κοινωνικής συνοχής[33].
Σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 14 του ν. 4430/2016 οι κοινωνικές συνεταιριστικές επιχειρήσεις έχουν τις ακόλουθες μορφές: α) Κοινωνικές συνεταιριστικές επιχειρήσεις (Κοιν.Σ.Επ.) Ένταξης, οι οποίες διακρίνονται σε δύο υποκατηγορίες: αα) Κοιν.Σ.Επ. Ένταξης Ευάλωτων Ομάδων, η οποία επιδιώκει την ένταξη στην οικονομική και κοινωνική ζωή, των ατόμων που ανήκουν στις Ευάλωτες Κοινωνικές Ομάδες. Ποσοστό 30% κατ' ελάχιστον των μελών και των εργαζομένων στην επιχείρηση αυτή πρέπει να ανήκει υποχρεωτικά σε αυτές τις κατηγορίες. Η συμμετοχή στην ΚοινΣ.Επ των φυσικών προσώπων που ανήκουν στις Ευάλωτες Ομάδες Πληθυσμού και προσμετρώνται στο παραπάνω ποσοστό πρέπει να έχει ελάχιστη διάρκεια, η οποία προσδιορίζεται στο καταστατικό της. Αν για οποιονδήποτε λόγο σταματήσει να πληρούνται το ανωτέρω ποσοστό, ο Φορέας πρέπει εντός τριών (3) μηνών να προβεί στις απαραίτητες εγγραφές μελών ή προσλήψεις εργαζομένων, διαφορετικά μετατρέπεται σε Κοιν.Σ.Επ. Συλλογικής και Κοινωνικής Ωφέλειας.
αβ) Κοιν.Σ.Επ. Ένταξης Ειδικών Ομάδων, η οποία έχει ως σκοπό την ένταξη στην οικονομική και κοινωνική ζωή των ατόμων που ανήκουν στις Ειδικές Ομάδες Πληθυσμού. Ποσοστό 50% κατ' ελάχιστον των μελών, αλλά και των εργαζομένων στις επιχειρήσεις αυτές ανήκουν υποχρεωτικά σε αυτές τις κατηγορίες. Η συμμετοχή σε αυτήν των φυσικών προσώπων που ανήκουν στις Ειδικές Ομάδες Πληθυσμού και προσμετρώνται στο παραπάνω ποσοστό οφείλει πρέπει να έχει ελάχιστη χρονική διάρκεια, η οποία προσδιορίζεται στο καταστατικό της Κοιν.Σ.Επ.. Αν για οποιονδήποτε λόγο σταματήσει να πληρούται το ανωτέρω ποσοστό, ο Φορέας πρέπει εντός τριών (3) μηνών να προβεί στις απαραίτητες εγγραφές μελών ή προσλήψεις εργαζομένων.
αγ) Οι Κοινωνικοί Συνεταιρισμοί Περιορισμένης Ευθύνης (Κοι.Σ.Π.Ε.) του άρθρου 12 του Ν. 2716/1999, θεωρούνται αυτοδικαίως Κοινωνικές Συνεταιριστικές Επιχειρήσεις Ένταξης.
Και β) Κοιν.Σ.Επ. Συλλογικής και Κοινωνικής ωφέλειας, η οποία αναπτύσσει δραστηριότητες «βιώσιμης ανάπτυξης», αξιοποίηση κοινωνικής καινοτομίας, ή παρέχει «κοινωνικές υπηρεσίες γενικού ενδιαφέροντος».
Η Κοινωνική Συνεταιριστική Επιχείρηση (Κοιν.Σ.Επ)δεν έχει κερδοσκοπικό χαρακτήρα στις συναλλαγές με τα μέλη της, δεδομένο ότι σε αυτή υπάρχει ταυτότητα φορέων της επιχείρησης και πελατών. Κέρδος στον συνεταιρισμό μπορεί να υπάρξει μόνον, όταν αυτός συναλλάσσεται με τρίτα πρόσωπα, τα οποία δεν είναι μέλη του[34]. Aντίθετα, όταν ο συνεταιρισμός συναλλάσσεται μόνο με τα μέλη του και οι δραστηριότητες περιορίζονται μόνο εντός του κύκλου του, τότε δεν νοούνται κέρδη, αλλά πλεονάσματα[35].
Ο οικονομικός όμως σκοπός, ο οποίος είναι προέχων στο συνεταιρισμό αφορά στην προαγωγή της οικονομίας των μελών του και όχι στην επίτευξη κερδών διανεμητέων ακολούθως σε αυτά. Η οικονομική προαγωγή επιτυγχάνεται συγκεκριμένα με τη μείωση των δαπανών, την αύξηση των εσόδων και του κύκλου εργασιών ή με το συνδυασμό και των δύο[36]. Συνεπώς, η οικονομική αποτελεσματικότητα αποτελεί προϋπόθεση για τη βελτίωση της οικονομικής θέσης των μελών της ΚοινΣ.Επ[37]. Η Κοιν.Σ.Επ δραστηριοποιείται στην αγορά όπως κάθε επιχείρηση επιδιώκοντας τα μέγιστα θετικά αποτελέσματα για τα μέλη της, τα οποία επιδιώκουν να βελτιώσουν την οικονομική θέση τους[38].
Τα προαναφερθέντα χαρακτηριστικά της Κοιν.Σ.Επ ορίζουν το πεδίο των διαφορών με τις κερδοσκοπικές επιχειρήσεις. Η κερδοσκοπική επιχείρηση εξυπηρετεί τις ανάγκες τρίτων με σκοπό την επίτευξη κερδών, τα οποία διανέμει στα μέλη της και προάγει με αυτόν τον τρόπο την οικονομία τους. Είναι μία επιχείρηση, η οποία διαμεσολαβεί στην αγορά με σκοπό το κέρδος, που ασκεί κερδοσκοπική διαμεσολάβηση στην κυκλοφορία αγαθών και υπηρεσιών[39]. Η κερδοσκοπική επιχείρηση είναι ένωση κεφαλαίων. Η ισχύς της συναρτάται με το ύψος των εισερχόμενων κεφαλαίων. Είναι μάλιστα ενδεχόμενο να μονοπωληθεί το κεφάλαιο από έναν εταίρο ή μία μειοψηφία εταίρων. Σε σχέση με το ύψος του κεφαλαίου ορίζεται η διοίκηση.
Η Κοιν.Σ.Επ δεν έχει σκοπό το κέρδος, αλλά έχει σκοπό την εξυπηρέτηση των αναγκών των μελών της και ασκεί αφιλοκερδή διαμεσολάβηση στην κυκλοφορία αγαθών και υπηρεσιών[40]. Είναι[41] μία συνιδιοκτήτη και δημοκρατικά διοικούμενη επιχείρηση, χαρακτηριστικά τα οποία της προσδίδουν μία ιδιαιτερότητα και την διαφοροποιούν από τις κερδοσκοπικές εταιρίες. Η Κοιν.Σ.Επ είναι ένωση προσώπων και όχι κεφαλαίων και ως εκ τούτου η ισχύς της είναι ανάλογη με τον αριθμό των μελών της[42]. Η διοίκηση της ορίζεται με βάση την αρχή ένα μέλος μία ψήφος, ενώ σε καμία περίπτωση δεν μπορεί ένας συνεταίρος ή μια μειοψηφία συνεταίρων να μονοπωλήσει το κεφάλαιο[43].
Το κεφάλαιο για τους συνεταιρισμούς είναι ένα κοινωνικό εργαλείο, το οποίο είναι διαθέσιμο για κοινωνικό σκοπό μέσω της δημοκρατικής διαδικασίας. Δεν είναι αυτοσκοπός για το συνεταιρισμό το κεφάλαιο. Αυτή ακριβώς είναι μία ξεκάθαρη αντίθεση στην αντίληψη του μέγιστου κέρδους που επικρατεί στην σημερινή παγκοσμιοποίηση της οικονομίας, που συνιστά, άλλωστε, τον τελικό στόχο κάθε προσωπικής πράξης, καθώς επίσης και των κοινωνικών αγαθών όπως κατευθύνονται από το αόρατο χέρι των αγορών[44]. Η Κοιν.Σ.Επ βασίζεται στις αρχές της αυτοβοήθειας, της αυτευθύνης, της δημοκρατικής συμμετοχής, της δικαιοσύνης και της διαφάνειας. Στον συνεταιρισμό υπερτερεί ο προσωπικός χαρακτήρας, διότι η πραγματοποίηση του σκοπού του βασίζεται κατά κύριο λόγο στην προσωπική συμβολή των συνεταίρων[45].
Για το θέμα αυτό, τέλος, η νομολογία[46] έχει αποφανθεί σχετικά ότι «…ο Συνεταιρισμός, μολονότι στηρίζεται σε ιδιαίτερες λειτουργίες και αρχές, που εμποδίζουν την, εξ αρχής, αμιγή ένταξή του στις προσωπικές ή στις κεφαλαιουχικές εταιρίες του εμπορικού δικαίου, είναι προσωπική εταιρία[47]. Συνεπεία του προσωπικού χαρακτήρα των συνεταιρισμών είναι κατά τη νομολογία πως, τα ζητήματα, που δεν υπάγονται στη ρυθμιστική εμβέλεια των ειδικών διατάξεων του Ν. 1667/1986 και τα οποία, ως εκ τούτου, παραμένουν αρρύθμιστα, δεν είναι δυνατό να ρυθμιστούν κατ` ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων, για τις κεφαλαιουχικές εταιρίες, διότι ουσιώδης προϋπόθεση, κάθε αναλογίας νόμου ή δικαίου είναι - πέραν της ύπαρξης κενού του νόμου ή του δικαίου - η ύπαρξη ουσιώδους αξιολογικής ομοιότητας, μεταξύ ρυθμισμένης και αρρύθμιστης περίπτωσης[48]. Ο Συνεταιρισμός συνεπώς, πέρα από προσωπική εταιρία, είναι και σωματειακή εταιρία (σωματειακού χαρακτήρα)[49], καθότι ένας συνεταιρισμός λειτουργεί αφενός μεν με τρόπο ανεξάρτητο, έναντι καθενός από τους εταίρους του[50] και αφετέρου μέσω οργάνων, που ορίζονται αφηρημένα και ασκούν αρμοδιότητες, που προβλέπει ο νόμος και το καταστατικό, κατά τρόπο, ώστε να μην επηρεάζεται από τις διακυμάνσεις του ενδιαφέροντος και προσωπικές αντιλήψεις ενός εκάστου των εταίρων[51]…». Ομοίως έχει κριθεί νομολογιακά[52] , ότι ο Αστικός Συνεταιρισμός ναι μεν, δεν έχει κεφαλαιουχικό χαρακτήρα, φέρει, όμως, στοιχεία των κεφαλαιουχικών εταιρειών, καθώς, σε αντίθεση με τις προσωπικές εταιρείες, η υπόστασή του δεν συνδέεται με τα πρόσωπα τα οποία ίδρυσαν αυτόν, ούτε επηρεάζεται από τις μεταβολές που επέρχονται στο πρόσωπό τους, αλλά συνιστά πολυμελής ένωση προσώπων, με ανοικτό αριθμό μελών και σωματειακή οργάνωση, η οποία δεν διοικείται άμεσα από τα μέλη του (όπως συμβαίνει στις προσωπικές εταιρείες), αλλά διαθέτει τα δικά της όργανα (Διοικητικό Συμβούλιο και Ελεγκτικό Συμβούλιο) όπως ακριβώς συμβαίνει και στις κεφαλαιουχικές εταιρείες[53].
Κλείνοντας η ανθρωπότητα διανύει μια ζοφερή περίοδο. Μέσα από την διεθνή καθημερινή ειδησεογραφία καθίσταται προφανές, πως η κοινωνική αδικία, η βία, η ανισότητα και η καταλήστευση βρίσκονται σε έξαρση. Εξαιτίας της βαρβαρότητας, της κοινωνικής αναλγησίας, των ληστρικών πολέμων, που κυριαρχούν οι κυρίαρχες τάξεις κατευθύνονται προς την αυθαιρεσία, ενώ συχνά μένουν ατιμώρητες, αν και συστηματικά παραβιάζουν το νόμο. Αυτή όμως η βαθιά και εντεινόμενη επιδείνωση των συνθηκών ζωής της μεγάλης πλειοψηφίας των κοινωνιών καθιστά βέβαιη τη συνέχιση του αγώνα των λαών για την εξουσία, για την ανατροπή της καθεστηκυίας τάξης για την απελευθέρωση, καθόσον η πάλη των τάξεων είναι σίγουρο, ότι δεν πρόκειται να σταματήσει ποτέ. Αντίθετα, ο 21ος αιώνας θα είναι αιώνας σκληρών αγώνων για την εξουσία με τους λαούς να αναζητούν εναγωνίως δρόμους απελευθέρωσης και χειραφέτησης[54]. Σε αυτόν τον αγώνα σύμμαχο μπορούν να αναζητήσουν στις κοινωνικές συνεταιριστικές επιχειρήσεις και εν γένει στον συνεταιρισμό.
Ο Αλέξανδρος Κριτσίκης είναι Δικηγόρος ΔΝ, Μ.Ε Πάντειον Πανεπιστήμιο & ΔΠΘ
[1] Βλ. Αβδελίδη Π. (1981), Ο συνεταιρισμός και ο Μαρξισμός, Αθήνα: Νέα σύνορα Α. Λιβάνης, σελ. 9-10, 61, περαιτέρω εκτενέστερα για το ζήτημα των συνεταιρισμών βλ. Κριτσίκη Α. (2023), Η Κοινωνική Συνεταιριστική επιχείρηση (Θεωρία-Εφαρμογή), Αθήνα: Εναλλακτικές εκδόσεις.
[2] Βλ. Κλήμη Α, Τι είναι και τι δεν είναι ο συνεργατισμός-συνεταιρισμός, Αθήνα, εκδόσεις Συνεργασία, 1980 σ. 69, Παπαγεωργίου Κωνσταντίνο, Βιώσιμη Συνεταιριστική Οικονομία, εκδόσεις Αθ. Σταμούλης, Αθήνα, 2007, σελ. 99
[3]Βλ. Κιντή Σ , Δίκαιο Συνεταιρισμών Ι, Εισαγωγή-Γενικό μέρος, Αθήνα-Κομοτηνή, έκδ. Δ, Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, 2004 σελ. 6-8.
[4] Βλ. σχετικά Καλλιτσουνάκη Δ., Η ιστορία και η θεωρία του συνεργατισμού, 1924 σ. 4, Τζίβα Έ, Η εταιρική συμμετοχή στον συνεταιρισμό και ειδικότερα τα δικαιώματα των συνεταίρων, Αθήνα-Θεσσαλονίκη, Εκδόσεις Σάκκουλα, 2009, σελ. 6.
[5] Βλ. Κιντή Σ, Συνεταιριστικές τράπεζες, Αθήνα-Κομοτηνή, Εκδόσεις Αντ. Σάκκουλα, 2004, σελ. 2
[6] Βλ. Παμπούκη Κ., Στοιχεία οικονομικού δικαίου, 1986 σελ. 20, Τζίβα Ε, 2009, ο.π σελ. 6.,Παπαχρίστου Α. Η κοινωνική θέση στο οικογενειακό δίκαιο, Αθήνα-Κομοτηνή Αντ Σακούλα, 1980, σελ. 8.
[7] Βλ. Παπαγεωργίου Κωνσταντίνου, 2007, ο.π σελ. 101
[8] Βλ. Τζίβα Έ, Η εταιρική συμμετοχή στο συνεταιρισμό και ειδικότερα τα δικαιώματα των συνεταίρων. Β έκδοση, Αθήνα-Θεσσαλονίκη, 2009, σελ. 7, Κιντή Σ, Ι, 2004, ο.π σελ. 6-8.
[9]Βλ. Φίλια Β, Κοινωνικά Συστήματα, Ι. ιδεολογικοπολιτικές απόψεις της καπιταλιστικής ανέλιξης, ΙΙ. Ουτοπιστές σοσιαλιστές και Καρλ Μαρξ, Αθήνα, Εκδ. Νέα Σύνορα-Α.Α. Λιβάνη, 1980, σελ. 73.
[10] Βλ. Κασσαβέτη Δ., Συνεταιριστικοί θεσμοί Ι- Αγροτικές συνεταιριστικές οργανώσεις, Αθήνα, Εκδόσεις Β.Ν Κατσαρού 2005, σελ. 17, Eley G., Σφυρηλατώντας τη Δημοκρατία: Ιστορία της Ευρωπαϊκής Αριστεράς 1850-1923, τ.Α΄, Αθήνα, Σαββάλας, 2002, σ.87-94.
[11]Βλ. Φίλια Φ, 1980, ο.π σελ. 75.
[12]Βλ. Έγκελς Φ., Σοσιαλισμός ουτοπικός και επιστημονικός, Αθήνα, εκδ. Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο, 2006, σελ. 66.
[13]Βλ. Έγκελς Φ., 2006, ο.π σελ. 66.
[14] Βλ. Φίλια Β, 1980, ο.π σε. 82 όπου υποστηρίζεται, πως ο χαρακτηρισμός των Saint Simon, Fourier, Owen ως βασικών θεμελιωτών του σοσιαλισμού ανήκει στον Engels.
[15] Βλ. Φίλια Β, Κοινωνικά Συστήματα, Ι. ιδεολογικοπολιτικές απόψεις της καπιταλιστικής ανέλιξης, ΙΙ. Ουτοπιστές σοσιαλιστές και καρλ μαρξ, Αθήνα, Εκδ. Νέα Σύνορα-Α.Α. Λιβάνη 1980, σελ. 83.
[16]Βλ. Eley G., Σφυρηλατώντας τη Δημοκρατία: Ιστορία της Ευρωπαϊκής Αριστεράς 1850-1923, τ. Α΄, Αθήνα, Σαββάλας, 2002, σελ. 89.
[17] Βλ. Μάρξ Κ-Ένγκελς Φ., Διαλεχτά έργα, Τόμ. Ι, Ελλ. Έκδοση 1951, σελ. 786.
[18] Βλ. Αβδελίδη Π. (1981), Ο συνεταιρισμός και ο Μαρξισμός, Αθήνα: Νέα σύνορα Α. Λιβάνης, σελ. 42.
[19] Βλ. Λένιν Ι. Β (1951), Διαλεχτά Έργα, Τόμος ΙΙ, Μέρος 2, Ελληνική Έκδοση, σελ. 702, επίσης Διαλεχτά Έργα, Τόμος Ι, Μέρος ΙΙ, σελ. 287.
[20] Βλ. Αβδελίδη Π. (1981), Ο συνεταιρισμός και ο Μαρξισμός, Αθήνα: Νέα σύνορα Α. Λιβάνης, σελ. 100.
[21] Βλ. Marcuse P. Cooperatives On the
Path to Socialism?, στο: https://monthlyreview.org/articles/cooperatives-on-the-path-to-socialism/#:~:text=The%20co-operative%20factories%20run,system%2C%20and%20must%20reproduce%20them/ πρόσβαση 8.10.2025.
[22]Βλ. Φίλια Β, 1980, σελ. 142
[23]Βλ.
Λαμπέρ Π, 1963, ο.π. σελ. 95 επ., 23. Dash Tapas, Cooperatives in the
global economy, Rowman and Littlefield, 2021.
[24] Βλ. Κιντή Σ, Ι, 2004, ο.π σελ. 7-8.
[25] Βλ. Φίλια Β, Κοινωνικά Συστήματα, Ι. ιδεολογικοπολιτικές απόψεις της καπιταλιστικής ανέλιξης, ΙΙ. Ουτοπιστές σοσιαλιστές και Καρλ Μαρξ, Αθήνα, Εκδ. Νέα Σύνορα-Α.Α. Λιβάνη, 1980, σελ. 73
[26] Βλ. Κιντή Σ, Συνεταιριστικές Τράπεζες β έκδοση, Αθήνα-Κομοτηνή, εκδόσεις Αντ. Σάκκουλα, , 2004, σελ. 1 και στις εκεί παραπομπές.
[27]Βλ. Τζίβα Ε, 2009, ο.π σελ. 7, επίσης Κιντή Σ, Συνεταιριστικές Τράπεζες, 2004, ο.π σελ. 6-8
[28] «O αστικός συνεταιρισμός (του ν. 1667/1986) συνιστά εκούσια ένωση προσώπων με οικονομικό σκοπό, η οποία χωρίς να αναπτύσσει δραστηριότητες αγροτικής οικονομίας αποβλέπει ιδίως με την συνεργασία των μελών του στην οικονομική, κοινωνική, πολιτιστική ανάπτυξη των μελών του και τη βελτίωση της ποιότητας ζωής τους γενικά σε μια κοινή επιχείρηση, ενώ σύμφωνα με τη νομολογία συνιστά νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου» (ΑΠ 684/2006 Ελ.Δνη 2008,1084).
[29]Βλ. ΦΕΚ Α 205 2016/10/31.
[30]Ο
νόμος στην παρ. 2 του άρθρου 2 του ν. 4430/2016 προβαίνει στην εννοιολογική
ανάλυση της «συλλογικής ωφέλειας» προσδιορίζοντας την ως από την κοινού
εξυπηρέτηση των αναγκών των μελών του Φορέα Κοινωνικής και Αλληλέγγυας
Οικονομίας, μέσα από τη διαμόρφωση ισότιμων σχέσεων παραγωγής, τη δημιουργία
θέσεων σταθερής και αξιοπρεπούς εργασίας, τη συμφιλίωση προσωπικής,
οικογενειακής και επαγγελματικής ζωής.»
[31]Ο
νόμος στην παρ. 3 του άρθρου 2 του ν. 4430/2016 του ίδιου νόμου προσδιορίζει
την «κοινωνική ωφέλεια» ως την εξυπηρέτηση κοινωνικών αναγκών τοπικού ή
ευρύτερου χαρακτήρα με την αξιοποίηση της κοινωνικής καινοτομίας μέσα από
δραστηριότητες «βιώσιμης ανάπτυξης» ή παροχής «κοινωνικών υπηρεσιών γενικού
συμφέροντος» ή κοινωνικής ένταξης. Στην παρ. 5 του άρθρου 2 του ν. 4430/2016 ως
«βιώσιμη ανάπτυξη» ορίζονται «οι οικονομικές δραστηριότητες, εμπορικές ή
ανταλλακτικές, που προωθούν την αειφορία του περιβάλλοντος, την κοινωνική και
οικονομική ισότητα, καθώς και την ισότητα των φύλων, προστατεύουν και
αναπτύσσουν τα κοινά αγαθά και προωθούν τη διαγενεακή και πολυπολιτισμική
συμφιλίωση, δίνοντας έμφαση στις ιδιαιτερότητες των τοπικών κοινωνιών.
Ενδεικτικά σύμφωνα με τον νόμο η βιώσιμη ανάπτυξη περιλαμβάνει τις εξής
δραστηριότητες: α. Την προστασία και αποκατάσταση του φυσικού περιβάλλοντος και
της βιοποικιλότητας. β. Την αειφόρο γεωργία και κτηνοτροφία, η οποία δίνει
έμφαση στη διατήρηση και διάδοση απειλούμενων τοπικών παραδοσιακών ποικιλιών ή
«φυλών» και στην αποτροπή διείσδυσης γενετικά τροποποιημένων οργανισμών. γ. Την
τοπικά και περιφερειακά υποστηριζόμενη γεωργία ή κτηνοτροφία, που συμβάλλει
στην ανάπτυξη απευθείας εμπορικών σχέσεων μεταξύ παραγωγών και καταναλωτών και
ενισχύει την προσβασιμότητα σε είδη πρώτης ανάγκης, ιδίως των ασθενέστερων
οικονομικά ομάδων του πληθυσμού, μέσα από την απευθείας διάθεσή τους. δ. Το
δίκαιο και αλληλέγγυο εμπόριο.
Ως δίκαιο και αλληλέγγυο
εμπόριο ορίζεται η βασισμένη στο διάλογο, τη διαφάνεια και τον αλληλοσεβασμό
εμπορική σύμπραξη, που επιδιώκει μεγαλύτερη ισοτιμία στο διεθνές και εγχώριο
εμπόριο. Συνεισφέρει στη βιώσιμη ανάπτυξη, προσφέροντας καλύτερους όρους
εμπορίας των προϊόντων και διασφαλίζοντας τα δικαιώματα των περιθωριοποιημένων
παραγωγών και εργαζομένων. ε. Την παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές σε
μικρή κλίμακα και την ανάπτυξη τεχνολογίας που μειώνει την κατανάλωση
ενέργειας. στ. Τη μείωση της παραγωγής αποβλήτων και απορριμμάτων σε τοπικό
επίπεδο, με συμμετοχή των πολιτών, μέσα από την επαναχρησιμοποίηση, αξιοποίηση,
ανακύκλωση των αποβλήτων ή μέσα από τον επανασχεδιασμό του τρόπου παραγωγής και
διανομής των προϊόντων. ζ. Την κατασκευή και συντήρηση υποδομών και ενέργειας
σε δημοκρατική συνεργασία με τις τοπικές κοινωνίες. η. Την ανάπτυξη δεξιοτήτων
και μεταφορά τεχνογνωσίας. θ. Τον εναλλακτικό, θεματικό και ήπιο τουρισμό. ι.
Το σχεδιασμό και τη διάθεση καινοτόμων και ελεύθερων ψηφιακών προϊόντων και
υπηρεσιών ή κάθε μορφή τεχνολογίας που προωθεί την ομότιμη και βασισμένη στα
κοινά παραγωγή. ια. Την παραγωγή, τη μεταποίηση, την προώθηση ή τη διατήρηση
της παραγωγικής ή πολιτιστικής κληρονομιάς κάθε τόπου. ιβ. Την παραγωγή και
προώθηση της ανεξάρτητης πολιτισμικής δημιουργίας. ιγ. Την περιβαλλοντική αναβάθμιση
των οικισμών και του κτιριακού αποθέματος. ιδ. Τη διαχείριση ακίνητης
περιουσίας με κοινωνικά και περιβαλλοντικά κριτήρια.»
[32] Βλ. 161/2019 Γνωμοδότηση ΝΣΚ (Ε τμήμα), δημοσίευση τράπεζα νομικών πληροφοριών ΝΟΜΟΣ
[33] Βλ. Αιτιολογική έκθεση του ν. 4430/2016 σελ. 2, δημοσιευμένη Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών Ισοκράτης και στη διεύθυνση www.hellenicparliament.gr
[34]Βλ. Παμπούκη Κ., Δίκαιο Εμπορικών Εταιριών Γεν. Μέρος, Θεσσαλονίκη, Εκδ. Σάκκουλα (μονογραφία), 1979, § 31 σ. 241.
[35]Βλ. Κιντή Σ, Δίκαιο Συνεταιρισμών ΙΙ, Αντ. Σάκκουλα, 2004, σελ. 42.
[36] Βλ. Τζίβα Ε, Η εταιρική συμμετοχή στο συνεταιρισμό, εκδ. Σάκκουλα, 2009, ο.π σ. 42.
[37]
Βλ. Τσούμα Β, «Οι
συνεταιρισμοί, Οικοδομικοί, Αστικοί & Αγροτικές Συνεταιριστικές οργανώσεις
(Α.Σ.0)», Αθήνα,Νομική Βιβλιοθήκη, 2005, σελ. 385.
[38]Βλ. Παμπούκη Κ, Δίκαιο Εμπορικών Εταιριών, Γεν. Μέρος, 1979, ο.π σ. 13, Παπαπαναγιώτου Π, Αντικείμενο της ανωνύμου εταιρίας, Δικαιοπρακτική ικανότης αυτής. Έκτασις εξουσίας των οργάνων της, ΕΕμπΔ 1965, σ. 166.
[39]Βλ. Κιντή Σ, Δίκαιο Συνεταιρισμών Ι, Αντ. Σάκκουλα 2004,ο.π σελ. 31
[40]Βλ. Κιντή Σ, Ι, 2004, ο.π σελ. 31.
[41] Για τη νομική έννοια του συνεταιρισμού βλ. Μαυρόγιαννη Δ, Το κοινωνικό δικαίωμα του συνεταιρισμού στην έκδοση του Δ.Π.Θ για τα πέντε χρόνια του συντάγματος, Κομοτηνή, 1981, σ. 85 και τις εκεί βιβλιογραφικές παραπομπές. Επίσης για την κοινωνιολογική έννοια του συνεταιρισμού βλ. Μαυρόγιαννη Δ, Μαθήματα κοινωνιολογίας του Δικαίου, Αθήνα, 1980, σ. 51 επ.. βλ. επίσης Αβδελίδη Π, Ο συνεταιρισμός στις συνθήκες του καπιταλισμού, Αθήνα, 1978, σ. 20 και 87 επ. τις θέσεις των Μαρξ, Ένγκελς και Λένιν, καθώς και τη διαστρέβλωση τους κατά τη σταλινική περίοδο και μετέπειτα. Βλ. Αβδελίδη Π, Ο συνεταιρισμός και ο Μαρξισμός- Αθήνα 1981, και τις εκεί παραπομπές στα έργα των κλασσικών του επιστημονικού σοσιαλισμού.
[42]Βλ. MacPhersonJan,«Εισηγητική Έκθεση για τη Διακήρυξη της Δ.Σ.Ε σχετικά με τη Συνεταιριστική Ταυτότητα» ΙΣΕΜ, 1997, σελ. 11-16. https://www.diktio-kapa.dos.gr/keimena/συνεταιριστικές_αρχές_21ου_αιώνα.pdf
[43]Βλ. Κασσαβέτη Δ, 2005,Συνεταιριστικοί Θεσμοί, Ι, ο.π σελ. 85
[44]Βλ. Cooperatives in a global
economy.The challenges of co-operation across borders. Edited by DarryL Reed
and J.J., 2009, Cambridge Scholars Publishing,
σελ. 73
[45]Βλ. Τζίβα Ε, 2009, ο.π σελ. 93, επίσης σχετικά με τα χαρακτηριστικά της προσωπικής εταιρίας στον Παμπούκη Κ, Δικ. Εμπορικών Εταιριών Γενικό μέρος 1979, ο.π σ. 37, Ρόκα Ν., Εμπορικές Εταιρίες, 2008, σ. 11, ο οποίος ωστόσο δεν κατατάσσει τον συνεταιρισμό στις προσωπικές εταιρίες, αλλά σε εκείνες, που έχουν σωματειακή δομή και όχι κεφαλαιουχικό χαρακτήρα σελ. 5.
[46] Βλ. 2654/2019 ΕΦ ΘΕΣΣΑΛ, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ.
[47] βλ. Εφ.Θεσ.1845/2017, Μον.Εφ.Αθ. 381/2017, Μον.Εφ.Αθ. 270/2017 δημ. σε ΤΝΠ Νόμος – Κιντή Σ, Δίκαιο Συνεταιρισμών, II, Αστικοί συνεταιρισμοί, 4η έκδ., εκδόσεις Αντ. Σάκκουλα, 2004, σελ. 55 - Νίκα Ν. Αναγκαστική εκτέλεση της εκδιδόμενης σε βάρος αστικού Συνεταιρισμού διαταγής πληρωμής και στα μέλη του, Γνωμοδότηση, Δ.Ε.Ε. 2014, 748 επ.,749
[48] βλ. Τσάτσο, Το πρόβλημα της ερμηνείας του δικαίου, 2η έκδ. 1978, σ. 210 - Σταθόπουλο, σε Εισαγωγή στο αστικό δίκαιο,1992, σελ. 93 - Καράση, Έννοια και χαρακτήρας του υπαγωγικού συλλογισμού ως τρόπου εφαρμογής του δικαίου Ελλ.Δ/νη 1991, 449, 463/464 σημ. 87
[49] βλ. Ν. Ρόκα, Εμπορικές Εταιρίες, 7η έκδ., 2012, σελ. 7: «Σωματειακή δομή, χωρίς να είναι κεφαλαιουχικές εταιρίες, έχουν το σωματείο» και «ο συνεταιρισμός»)
[50] βλ. Παμπούκη Κ «Δίκαιον Εμπορικών Εταιριών», Γενικό Μέρος, 1979, σελ. 42.
[51] βλ. Παμπούκη Κ., ό.π., σελ. 42 - Τζίβα «Η εταιρική συμμετοχή στο συνεταιρισμό και ειδικότερα τα δικαιώματα των συνεταίρων», 2009, σελ. 94)
[52] Βλ. 270/2017 ΜονΕφΑΘ, Τράπεζα νομικών πληροφοριών ΝΟΜΟΣ.
[53] Βλ. Κιντή Σ., Δίκαιο Συνεταιρισμών, Τεύχος Α’, εκδόσεις Αντ. Σάκκουλα έκδοση 1997, σελ. 63 επομ.
[54] Βλ. Καλτσώνη Δ. (2025), Η τέχνη του πολέμου για την εξουσία, Αθήνα: Τόπος, σελ. 256-257, 260.
(photo:freepik.com)

Σχόλια