Επαγγελματικά δάνεια σε αγρότες: Δικαιούχοι των προνομίων του άρθρου 39 Ν. 3259/2004 για τις ληξιπρόθεσμες οφειλές είναι και τα νομικά πρόσωπα (νομολογία)

AΠ (ΟΛ) 4/2014: Επαγγελματικά δάνεια σε αγρότες: Δικαιούχοι των προνομίων του άρθρου 39 Ν. 3259/2004 για τις ληξιπρόθεσμες οφειλές είναι και τα νομικά πρόσωπα, είτε προσωπικές είτε κεφαλαιουχικές εταιρίες, που έχουν συσταθεί από φυσικά πρόσωπα, κατά κύριο επάγγελμα αγρότες και η κύρια δραστηριότητά τους (των νομικών προσώπων) συνίσταται στην άσκηση γεωργικών εργασιών. «Σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 1 του Ν. 2520/1997, όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 8 του άρθρου 13 του Ν. 2601/1998, "Ως αγρότες θεωρούνται οι ασχολούμενοι με τη "γεωργία, κτηνοτροφία, πτηνοτροφία, μελισσοκομία, σηροτροφία, αλιεία και δασοπονία. Επίσης και όσοι από αυτούς ασχολούνται συμπληρωματικά και με τον αγροτουρισμό, αγροτοβιομηχανία, παραδοσιακή βιοτεχνία και προστασία του φυσικού χώρου, εφόσον οι δραστηριότητες αυτές ασκούνται στα όρια της αγροτικής εκμετάλλευσης και στα πλαίσια του εγκεκριμένου προγράμματος του Υπουργείου Γεωργίας".
Στη συνέχεια, με την υπ` αριθ. 3374/23-10-1998 (ΦΕΚ Β`1108/23-10-1998) κοινή Απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών Δημοσίας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονομικών και Γεωργίας, "για την εφαρμογή του Ν. 2520/1997, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 13 του Ν. 2601/1998" ορίστηκε ότι, ως αγροτική εκμετάλλευση νοείται η μονάδα παραγωγής προς πώληση ενός ή περισσοτέρων προϊόντων των κλάδων του αγροτικού τομέα, υπό ενιαία διοίκηση και διαχείριση. Στις δραστηριότητες της αγροτικής εκμετάλλευσης (αγροτικές δραστηριότητες) εκτός από τις δραστηριότητες της πρωτογενούς παραγωγής, περιλαμβάνοντα και οι εξής δραστηριότητες: αα) η διοίκηση, μεταφορά, τυποποίηση, συσκευασία, μεταποίηση, αποθήκευση μέχρι του σταδίου της χονδρικής πώλησης αποκλειστικά των προϊόντων που παράγει η εκμετάλλευση, ββ) οι αγροτουριστικές αγροτοβιοτεχνικές, δασικές δραστηριότητες και οι δραστηριότητες παραδοσιακής βιοτεχνίας και διατήρησης του φυσικού χώρου, γγ) η λιανική ή χονδρική πώληση των προϊόντων της πρωτογενούς παραγωγής και της πρώτης μεταποίησης. Ακολούθως, ως κλάδοι του αγροτικού τομέα, σύμφωνα με την ως άνω κοινή Υπουργική Απόφαση, νοούνται: αα) η γεωργία και ως γεωργία νοείται: η φυτική παραγωγή, ζωϊκή παραγωγή, η οποία περιλαμβάνει την κτηνοτροφία κλπ, η υδατοκαλλιέργεια σε δεξαμενές ξηράς, εφόσον ασκείται από αγρότες στα όρια της αγροτικής εκμετάλλευσης, ββ) η δασοπονία, γγ) η αλιεία κλπ. Από τις διατάξεις αυτές με τις οποίες γίνεται ο προσδιορισμός, μέσω των ανωτέρω αγροτικών δραστηριοτήτων, είτε σε προσωπικό, είτε σε συμμετοχικό επίπεδο, των αγροτών, οι οποίοι, με την ιδιότητα αυτή, υπήχθησαν στις ευνοϊκές, ρυθμίσεις του άρθρου 39 παρ. 5 του Ν. 3259/2004 συνάγεται ότι τα νομικά πρόσωπα θεωρούνται αγρότες μόνο εάν α) από την ιδρυτική (συστατική) τους πράξη, μετά την τήρηση των διατυπώσεων των άρθρων 61 επ., 741 επ. Α.Κ., των αντίστοιχων του Εμπορικού Νόμου και των νόμων 3190/1955, 2190/1920 και 2169/1993, προκύπτει ότι η κύρια δραστηριότητα τους είναι η άσκηση της γεωργίας, με τις ειδικότερες εκφάνσεις της αγροτικής δραστηριότητας που προαναφέρθηκαν, β) είναι κάτοχοι αγροτικής εκμετάλλευσης με νομική προσωπικότητα, από την άσκηση της οποίας αντλούν τα εισοδήματα τους, και γ) η πλειοψηφία του μετοχικού (εταιρικού) κεφαλαίου, ανήκει σε γεωργούς κατά κύρια απασχόληση. Αντίθετη άποψη, ότι δηλαδή δικαιούχοι των προβλεπόμενων από την διάταξη του άρθρου 39 παρ. 5 του Ν. 3259/2004 προνομίων, σχετικά με την ειδική ρύθμιση ως προς τον υπολογισμό των οφειλών όσων είναι "κατά κύριο επάγγελμα αγρότες", είναι μόνο τα φυσικά πρόσωπα αγρότες, δεν συνάγεται από την εν λόγω διάταξη, αφού η διάταξη αυτή δεν καθορίζει ότι στην έννοια αγρότες περιλαμβάνονται μόνο φυσικά πρόσωπα και όχι νομικά, σε αντίθεση με τη διάταξη του άρθρου 1 παρ. 1 του ν. 2520/1997, στην οποία, για τους σκοπούς του νόμου αυτού, που είναι η προσέλκυση και ενίσχυση νέων κυρίως αγροτών στη συστηματική εκμετάλλευση γεωργικών καλλιεργειών, σαφώς ορίζεται ότι "επαγγελματίας αγρότης είναι το ενήλικο φυσικό πρόσωπο που έχει δικαίωμα εγγραφής στο Μητρώο Αγροτών και Αγροτικών Εκμεταλλεύσεων....". Εξάλλου, η άποψη ότι οι αγρότες φυσικά πρόσωπα είναι μόνο δικαιούχοι του ως άνω προνομίου, ενώ αποκλείονται αυτού οι αγρότες νομικά πρόσωπα, είτε πρόκειται για προσωπικές είτε για κεφαλαιουχικές εταιρίες κλπ, που έχουν συσταθεί από φυσικά πρόσωπα, που είναι κατά κύριο επάγγελμα αγρότες και η κύρια δραστηριότητα τους συνίσταται, πράγματι, στην άσκηση γεωργικών εργασιών, σχετικών με συγκεκριμένη αγροτική εκμετάλλευση, από την οποία και αντλούν τα εισοδήματα τους, οδηγεί σε ανεπιεική αποτελέσματα, που δεν συνάγονται από το σκοπό του νόμου, αφού έτσι ωφελούνται τελικά μόνο τα φυσικά πρόσωπα αγρότες, όχι δε τα και τα νομικά πρόσωπα αγρότες, στην σύσταση των οποίων προβαίνουν φυσικά πρόσωπα αγρότες, για την επιτυχέστερη εκμετάλλευση της αγροτικής δραστηριότητας τους, ως αναγκαίου όρου για να τύχουν επιδοτούμενου επιτοκίου και χρηματικών επιχορηγήσεων από το Ελληνικό Δημόσιο ή άλλους φορείς της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σε τούτο συνηγορεί και το γεγονός ότι, με την υπ` αριθ. 451/394927/5332/5-9-2001 Κοινή Υπουργική απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών Δημοσίας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και Γεωργίας, με θέμα τα "καθεστώτα ενισχύσεων του Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης 2000-2006 για επενδύσεις στις γεωργικές εκμεταλλεύσεις" η οποία εκδόθηκε στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προσδιορίζονται στο Παράρτημα Ι αυτής, με στοιχεία Α και Β, τόσο ο γεωργός κατά κύρια απασχόληση, με όλα τα περί αυτού χαρακτηριστικά γνωρίσματα που προαναφέρθηκαν, όσο και τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα που πρέπει να έχει ένα νομικό πρόσωπο για να αποκτήσει την ιδιότητα του κατά κύρια απασχόληση γεωργού, τα οποία συμπίπτουν με τις προαναφερθείσες προϋποθέσεις.
Συνεπώς, σύμφωνα με τις προπαρατεθείσες διατάξεις, εφόσον και τα νομικά πρόσωπα αγρότες, είτε πρόκειται για προσωπικές, είτε κεφαλαιουχικές εταιρείες ή αγροτικούς συνεταιρισμούς κλπ, συγκεντρώνουν τις προρρηθείσες προϋποθέσεις, κατά το χρόνο κατάρτισης των δανειακών συμβάσεων κλπ με τα πιστωτικά ιδρύματα, ώστε να θεωρούνται "κατά κύριο επάγγελμα αγρότες", για τον επανακαθορισμό της οφειλής τους από τις συμβάσεις αυτές θα ληφθεί υπόψη ο συντελεστής 2 και όχι 3, κατά τη ρητή διάταξη του άρθρου 39 παρ. 5 του Ν. 3259/2004 και συγκεκριμένα, η βάση του υπολογισμού της οφειλής τους από τις δανειακές τους συμβάσεις θα προκύψει από το άθροισμα του ποσού του ληφθέντος κεφαλαίου εκάστης, χωρίς να υπολογίζονται οφειλές από τόκους και έξοδα, το άθροισμα δε αυτό θα πολλαπλασιαστεί με συντελεστή 2 και ακολούθως από το γινόμενο που θα προκύψει θα αφαιρεθούν οι οποτεδήποτε γενόμενες καταβολές εκ μέρους τους, για να εξαχθεί η τελική οφειλή αυτών προς τα πιστωτικά ιδρύματα». (αντίθετη μειοψηφία) [areiospagos.gr]

Σχόλια