Καταχρηστικοί όροι συμβολαίων κινητής τηλεφωνίας

Η απόφαση 296/2001 του Αρείου Πάγου έχει κρίνει ως καταχρηστικούς τρείς όρους συμβολαίων κινητής τηλεφωνίας.  Συγκεκριμένα: 1) Τον γενικό όρο που προβλέπει το δικαίωμα της εταιρίας για αναπροσαρμογή του τιμοκαταλόγου. Ο όρος αυτός κρίθηκε καταχρηστικός γιατί δεν προβλέπονται στη σύμβαση κριτήρια με βάση τα οποία θα προσδιορίζεται και θα ελέγχεται ενδεχόμενη αύξηση του τιμοκαταλόγου. 2) Τους όρους που περιορίζουν το δικαίωμα καταγγελίας της σύμβασης για τον συνδρομητή, προβλέποντας ελάχιστη διάρκεια για τη σύμβαση ή σε περίπτωση πρόωρης καταγγελίας την υποχρέωση καταβολής των υπολειπομένων παγίων ή την καθυστέρηση επέλευσης των αποτελεσμάτων της καταγγελίας.
3) Τον γενικό όρο που ορίζει ότι κατά τη διάρκεια της σύμβασης η εταιρία δικαιούται να επιβάλει περαιτέρω εγγύηση. Ο όρος αυτός κρίθηκε καταχρηστικός γιατί, χωρίς να αναφέρονται οι σπουδαίοι λόγοι και εύλογα κριτήρια με βάση τα οποία να προσδιορίζεται τυχόν περαιτέρω εγγύηση, ενέχει τον κίνδυνο αυθαιρεσίας και επιβολής υπέρμετρων εγγυήσεων. Όσο αφορά το δικαίωμα καταγγελίας αναφέρει συγκεκριμένα η απόφαση: "(...) Στο άρθρο 10 παρ. 1 που ορίζει ότι "Μετά την πάροδο της αρχικής ελάχιστης διάρκειας της σύμβασης (δηλαδή των έξι μηνών, όπως προβλέπει το άρθρο 2 για τη σύμβαση αυτή αόριστου χρόνου) ο συνδρομητής δικαιούται να καταγγείλει την παρούσα με επιστολή του η οποία θα απευθυνθεί συστημένη με απόδειξη παραλαβής στα γραφεία συνδρομητών της εταιρείας, τηρουμένων των προθεσμιών του άρθρου 2 ανωτέρω (δηλαδή η καταγγελία θα ισχύει στο τέλος του επομένου μηνός από την ημερομηνία λήψης της ειδοποίησης, εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά στην παρούσα σύμβαση). Η καταγγελία θα επέρχεται στο τέλος του επομένου της ειδοποιήσεως μηνός. Σε περίπτωση που ο συνδρομητής επιθυμεί τη λύση της παρούσας προ της παρόδου της αρχικής ελάχιστης διάρκειας θα καταβάλλει εν πάση περιπτώσει, πέραν των χρεώσεων χρήσεως και τα υπολειπόμενα πάγια τέλη ολοκλήρου του χρόνου ελάχιστης διάρκειας. Και σε αυτή την περίπτωση η καταγγελία θα επέρχεται στο τέλος του επομένου της ειδοποιήσεως μηνός." Στο άρθρο 2, που ορίζει ότι "η παρούσα σύμβαση και εφόσον η αίτηση έχει γίνει αποδεκτή από την εταιρεία τίθεται σε ισχύ από την ημερομηνία που ο συνδρομητής συνδέεται με το δίκτυο και συμφωνείται για αόριστο χρόνο με την ελάχιστη όμως διάρκεια των έξι μηνών ή μεγαλύτερη όπως προβλέπεται στην αίτηση σύνδεσης. Μετά το τέλος της ελάχιστης αυτής διάρκειας, οποιοδήποτε των μερών δύναται να καταγγείλει την παρούσα σύμβαση με συστημένη επιστολή ή με κατάθεση με απόδειξη στα γραφεία της εταιρείας. Εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στην παρούσα, η καταγγελία θα ισχύει στο τέλος του επομένου από της ημερομηνίας λήψης της ειδοποίησης μηνός." Με το περιεχόμενο που προαναφέρθηκε οι όροι των πιο πάνω άρθρων 1 και 10 παρ. 1 είναι επίσης καταχρηστικοί, καθόσον αφορά τον περιορισμό της δυνατότητας του καταναλωτή - συνδρομητή να καταγγείλει τη σύμβαση και το χρόνο επέλευσης των αποτελεσμάτων της καταγγελίας, διότι προσκρούουν στις απαγορευτικές ρήτρες του άρθρου 2 παρ. 6 και 7 περιπτ. ιη του ν. 2251/1994. Οι όροι αυτοί εμποδίζουν τον καταναλωτή να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση, όταν η αύξηση του τιμήματος σύμφωνα με τους όρους της σύμβασης είναι υπερβολική γι'αυτόν, σε κάθε δε περίπτωση έχουν ως αποτέλεσμα προφανώς την υπέρμετρη διατάραξη της ισορροπίας των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμβαλλομένων σε βάρος του καταναλωτή. Είναι χαρακτηριστικό, ότι με τους καταχρηστικούς αυτούς όρους ο συνδρομητής δεν έχει δικαίωμα να καταγγείλει τη σύμβαση χωρίς δυσμενείς οικονομικές συνέπειες, ούτε και στην περίπτωση που σύμφωνα με το γενικό όρο του άρθρου 6 παρ. 2 επιβάλλει μονομερώς αυθαίρετες αυξήσεις, δηλαδή ο καταναλωτής υποχρεούται να αποδεχθεί τις νέες τιμές, όσον υψηλές και αν είναι, δίχως καμία δυνατότητα αντίδρασης με καταγγελία της σύμβασης για το σπουδαίο αυτό λόγο της υπερβολικής αύξησης του τιμοκαταλόγου. Αυτό όμως αντίκειται στους κανόνες της καλής πίστης και των συναλλακτικών ηθών, αφού προτάσσεται μονόπλευρα το συμφέρον της εκκαλούσας (εταιρίας) για να εξασφαλιστεί μια διάρκεια στη σύμβαση, συμφέρον που δεν δικαιολογείται από τη φύση της δραστηριότητάς της και των υπηρεσιών που παρέχει στον καταναλωτή, που βαρύνεται, προφανώς υπέρμετρα, με την πληρωμή πάγιων τελών χωρίς να χρησιμοποιεί τις υπηρεσίες της". (πηγή: ekpizo.gr)



Σχόλια

Legal Jobs

Legal Jobs
Θέσεις Εργασίας-Υποτροφίες- Μεταπτυχιακά